ΑΡΜΑΤΑ ΚΡΑΥΓΩΝ ΖΩΗΣ
Του Κωνσταντίνου Χριστόπουλου
Ήταν Αύγουστος , Αύγουστος του 1922. Περίοδος σημαδιακή τόσο για εμένα όσο και για τους συγγενείς μου.
Θα παίρναμε ξανά τον δρόμο της φυγής. Θα παίρναμε και πάλι τον δρόμο της προσφυγιάς.
Λέγοντας συγγενείς δεν εννοώ το σόι μου. Εννοώ τους συμπατριώτες μου ,όλους ανεξαιρέτως.
Είναι κατανοητό πω ς η φλόγα της πατρίδος και του κοινού εθνικού οράματος σπεύδεινα ανάψεισε δύσκολους συνήθως καιρούς. Το μέλλον προβλεπόταν δυσοίωνο εντούτοις. Τα είχαμε χαμένα. Θα ξεκινούσαμε για τα βάθη της Τουρκίας. Ήμαστε χιλιάδες τότε. Άλλες τόσες ήταν και οι χαμένες συνειδήσεις. Χιλιάδες χαμένες συνειδήσεις ,λοιπόν ,μέσα στην καταστροφή του πολέμου.
Ο πόλεμος δεν έχει να κάνει πάντα με τα όπλα. Αυτός με τα όπλα δεν είναι τίποτα μπροστά στον καταναγκαστικό και αμείλικτο πόλεμο εις βάρος των ανθρώπινων ψυχών ,ως απότοκο πάντα των συνθηκών. Πρέπει να είσαι πολύ δυνατός για να ξεφύγεις από τα ταγκαλίστικα πειράγματα του διαβόλου. Άλλωστε ,ο πόλεμος του διαβόλου έργο είναι. Πρόκειται για ένα έργο δόλιο που εξαιτίας του οι άνθρωποι άγονται και φέρονται από συγκρούσεις μεταξύ τους αλλά και μέσα τους. Το άμοιρο εγώ τους δειλό αδυνατεί να φωνάξει. Αδυνατεί να κραυγασει μήπως και σωθεί.Ο πόλεμος κυριεύει τα πάντα. Γιατί άραγε να γίνονται πόλεμοι, όποιου είδους κι αν είναι αυτοί; Κυριεύει κι ο δαίμων συγχρόνως. Ο δαίμων του μενους ,της τρέλας και της διασάλευσης του νου. Ας μην ξεχνάμε πάντως πω ς ο πόλεμος δεν χωρίζει μόνον τους ανθρώπους. Τους ενώνει κιόλας. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον Θεό. Κι αυτό γιατί αν δεν γινόταν φανερό το δολοπλοκο πνεύμα του διαβόλου ,ο Θεός ίσως να μην ήταν παρών με τη συμπόνοιά του στις δύσκολες και κάποτε τραγικότατες περιστάσεις του ανθρώπινου βίου.
Τις κρίσιμες εκείνες στιγμές , τα πολύχρωμα πολιτικά αηδόνια προοιωνίζονταν την ανατροπη της μέχρι τότε διαμορφωμένης κατάστασης. Θα γινόμουν πρόσφυγας . Δεν ξέρω τι μου έμελλε ο Θεός κι η μοίρα. Αναζητούσα απεγνωσμένα μια σανίδα σωτηρίας. Μαζί μου και εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη Έλληνες. Γιατί να το ζούμε όλο αυτό; Αυτή την απορία την είχαμε όλοι. Η γειτονική χώρα μας περίμενε ,μα όχι με ανοιχτές αγκάλες.
Με ανοιχτές αγκάλες μας περίμενε ο Χάρος ίσως στον δρόμο προς αυτήν. Όχι όλους φυσικά. Οι υπόλοιποι ήταν ήδη ψυχικά νεκροί. Καμία αντίδραση από μέρους μας.
Η μόνη αντίδρασή μας ήταν κάποιες φορές ένα συναίσθημα μίσους που μας διαπερνουσε μονομιάς και μονομερώς. Και λέω μονομερώς καθώς στη σκέψη μας υπήρχε ένα μόνον μονοπάτι: το πεσσιμιστικό ,το ωχαδελφικό , το μονοδιαστατικο και αδιάλλακτο. Ήταν τόσο τραχύ που ακόμη και στους Τούρκους που συναντούσαμε στον δρόμο στέλναμε με το βλέμμα μας μηνύματα μίσους. Και από το γεγονός αυτό μόνο είχε σημάνει η καταστροφή. Γιατί όμως ; Γιατί; Ίσως γιατί εμείς οι άνθρωποι προσαρμοζόμαστε με τόση ευκολία στις διάφορες καταστάσεις , που αλλάζουμε κι εμείς οι ίδιοι μαζί με αυτές. Χάνουμε τον εαυτό μας, χάνουμε και το όσιό μας.
Δεν έπρεπε να χάνουμε όμως ούτε την πίστη μας ούτε την ελπίδα ουτε και τα αγαθά αισθήματά μας. Οφείλαμε, βέβαια ,να αντιδράσουμε. Έπρεπε να απορρίψουμε καινα καταρριψουμε κάθε τιπου μας προσέβαλλε. Αυτό , θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ,γίνεται μόνο με τον πόλεμο ,ένα δείγμα επαναστατικής αντίδρασης.
Προς ποιους όμως έπρεπε να στραφεί ο πόλεμος αυτός; Προς τους Τούρκους που ζούσαν υπό άθλιες συνθήκες σαν εμάς; Ή μηπως προς τους άπειρους , αφιλοσοφητους και αλαζονικουςπολιτικούς ηγέτες που υποτίθεται ότι μας κηδεμονούσαν και μεριμνούσαν για το καλό μας και μόνον; Εγώ δεν θα έλεγα τίποτε από τα προαναφερθέντα. Θα προτιμούσα έναν πόλεμο πνευματικό μεν , καθολικό δε. Εντούτοις , τα όπλα κυριάρχησαν. Όλοι ευχομασταν να τα καταφέρουμε , να διασώσουμε τουλάχιστον την αξιοπρέπειά μας. Μόνον αυτή μας είχε απομείνει άλλωστε ,αν και στερευε ολο ένα και πιο πολύ. Ώρες ώρες στερευε και η ελπίδα μας. Κακώς!
Η επανάσταση είχε αρχίσει. Ο πόλεμος είχε αρχίσει επίσης. Δεκάδες των δεκάδων και εκατοντάδες των εκατοντάδων οι προκηρύξεις. Αυτές κηρυτταν πόλεμο στους αλλόθρησκούς μας είτε όσους είχαν παραμείνει στην Ελλάδα είτε όσους κατέφθαναν στην Ελλάδα με τη νέα Συμφωνία για ανταλλαγή ανάμεσα σε δύο δήθεν λαοπροβλητους ηγέτες. Κι εννοώ έναν Βενιζέλο- μάλλον ηγέτης των αντιπάλων ήταν κι έναν Κεμάλ αναδεδειγμενος ως πολιτικός αλλά καιως στρατιωτικός. Γι'αυτό μάλλον ο τελευταίος κέρδισε την εμπιστοσύνη του τουρκικού λαού. Ο λαός αυτός όμως έγινε για μας "ξαφνικά" εχθρός.
Η αλήθεια είναι πως δεν τους πολυσυμπαθουσα τους γείτονες. Ή ταν και βίαιοι κάποιες φορές απέναντί μας. Μοχθουσαν εμάς αλλα και όποιον τασσοταν υπερ μαςΔιαπίστω να βέβαια και αντίθετες συμπεριφορέςΟι καλοί μάλιστα μας βοηθούσαν σε διάφορες εργασίες δουλείες και συναλλάσονταν μαζί μας. Στο σύνολο του πληθυσμού τους παντως οι γείτονες ήταν μαξιμαλιστές. Προωθούσαν τη βία και συχνά προέβαιναν σε τρομοκρατικές εις βάρος μας ενέργειες. Στο μυαλό τους ,μου φαινόταν , είχαν πως έτσι θα διασφάλιζαν την Εθνική τους κυριαρχία,την τουρκοσυνη τους και όλα τα συναφή που σχετίζονται με την ιδιαιτερότητα της κοινωνικής και πολιτιστικής τους ιδιοσυγκρασίας. Δεν μου άρεσε καθόλου αυτό.
Την ιδιοσυγκρασία τους ήθελαν να διαφυλάξουν και οι Έλληνες. Οχι όμως με την αλόγιστη βία. Εμείς δεν είχαμε να κερδίσουμε κάτι. Δεν θέλαμε τίποτα απολύτως. Η μεγαλύτερη κατάκτηση για μας θα ηταν η άθικτη και αβλαβής ελληνικότητά μας. Κάτι τέτοιο φαινόταν ουτοπικό και άκρως ιδεαλιστικo για την εποχή που μιλάμε.
Γι αυτο λοιπον ,αρχίσαμε έναν ιερό πόλεμο. Μια υγιή και λελογικευμενη επανάσταση. Ζητούσαμε ρήξη με το κατεστημένο και τη ριξη του!
Η Ελλάδα περίμενε. Οι σκοτεινές εποχές έπρεπε να γίνουν παρελθόν για χάρη και μόνο της ένδοξης ιστορικής μας πορείας. Για χάρη μάλλον όλων εκείνων των χαμένων ψυχών, των ανήσυχων πλέον...
Στις αρχές του φθινοπώ ρου του 1922 το τοπιο θα εμοιαζε με τοπιο του 1821.Εθνική έξαρση ,επαναστατικός αναβρασμός ,εθνικός αγών ,αγών για τα ιδανικά και τη λευτεριά. Μόνον ελευθερία δεν προέβλεπε η κρατούσα κατάσταση. Ο πραγματικός ορισμός της ελευθερίας για μένα ήταν ως τότε να ζει ελεύθερος κανείς σε ελεύθερη πατρίδα. Τίποτα λιγότερο ή περισσότερο.
Έχοντας αυτό στο μυαλό μου στο μικρό κι ίσως ανώριμο τότε μυαλό μου καθώς ήμουν νεαρός σε ηλικία δέχτηκα χωρίς ενδοιασμούς να πολεμήσω . Χρειάστηκε τόσο όσο διαρκεί μια ανθρώπινη αναπνοή για να βρεθώ εις το πεδίον της μάχης . Όλα ξαφνικά άλλαξαν. Αλλάζεις στον πόλεμο. Δεν ημουν ένας ευγενικός νέος πια , που ενδιαφέρεται για τους άλλους. Απεναντίας ,ημουν ένας ψυχρός εκτελεστης και τίποτα παραπάνω .
Είχαμε μαζευτεί ,θυμάμαισε ένα στρατόπεδο λίγο πιο έξω απο την Αθήνα και είχαμε προμηθευτεί τα απαραίτητα. Μας τροφοδότησαν ακόμη με ένα άρδην πατριωτικό πνεύμα. Πάραυτα κάποιοι δεν θα ειχαν επιστροφή. Εγώ ωστόσο δεν φοβομουν. Ίσως λόγω επιπολαιότητας. Το αίμα έβραζε μέσα .Δεν με ένοιαζε τίποτα!
Τέλη Σεπτέμβρη βρέθηκα σε ένα στρατιωτικό "λημέρι" σε ενα βουνό. Ούτε ανταρτοπόλεμος να ήταν! Στην αρχή μου άρεσε. Δεν ελλόχευαν σοβαροί κίνδυνοι. Έτσι κύλησε ο χρόνος μέχρι τον χειμώνα.
Τότε ήταν που ειχαν αρχισει να εισρεουν στην Ελλάδα και στα βουνα της κυριως ολο περισσότεροι Τουρκοι στρατιώτες. Αυτοι υποτιθεται πως θα προστάτευαν τους υπολοιπους μουσουλμανους. Στην πραγματικότητα είχαν ερθει για σφαγη .Δεν εφτανε το κρύο ,είχαμε κι αυτό.
Πρώτα θυματα υπήρξαν κάτι 30αρηδες που ακολουθουσαν την τακτική των φοιτητων ιερολοχιτων επι Καποδιστρια. Δεν απέβη ομως η τακτική αυτη σωτήρια. Πρέπει να ηταν καμια 100αρια.Χάθηκαν όλοι σαν ατμος.
Και μπαμ και μπουμ οι πιστολιες!
Η τραγικοτητα της κατάστασης ως προς το πρόσωπό μου είναι οτι ο θάνατος τριων εξ αυτώ ν συνεβη μπροστά στα ματια μου. Πραγματικά , ειδεχθη τα εγκληματα εκεινα. Τοτε άρχισα να αισθανομαι φοβο.Δεν το εβαλακατω ομως κι ας μην μπορουσα να δρασω αποτελεσματικά και να τους σωσω .
Συνέχισα. Δεν ήταν λίγος ο Καιρός που κρυβομουν. Κάποιες φορές κρυβομουν και προσευχομουν.Ο Θεός έδειχνε να ναι ευνοϊκός απέναντί μου. Είχα σκοτώσει ήδη καμιά 30αρια και δεν είχα ούτε γρατζουνιά. Αισιόδοξο όλο αυτό. Ασφάλειά μου Θεός μου! Τον ένιωθα να είναι δίπλα μου. Πιστός βέβαια ως τοτε δεν είχα υπάρξει και τόσο.
Ακόμη πιο πιστός θα γινομουν αν ο πολεμος τελειωνε.Αν χριστιανοί και μουσουλμανοι γίνονταν ένα. Αν πολιτικες ,πολεμικές και γεωστρατηγικες σκοπιμότητες λάμβαναν τέλος. Μ άλλον τότε δεν θα πιστευα απλώς. Τότεθα εμπαινε ο Θεός μέσα μου και δεν θα με ενοιαζε πια τίποτα ,παρά να αναπαυτω εν ειρήνη. Γιατί αυτή η ειρηνη δεν είναι αρχή ούτε πίστη , δεν ειναι ιερό ούτε ιδανικό. Είναι ο Θεός ο ίδιος ,ο Θεός όλων!!!