ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ & "ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ" ΖΗΤΗΜΑ
τοῦ Μάνου Ν. Χατζηδάκη, Προέδρου Δ.Σ τοῦ ΕΠΟΚ
Ἡ Γιουγκοσλαυία ὑπῆρξε ἕνα κράτος - μωσαϊκό λαῶν, πού δημιουργήθηκε τό 1929. Τό 1945 ἐπεβλήθη στήν Γιουγκοσλαυία τό κομμουνιστικό καθεστῶς τοῦ Τίτο. Καί ἔκτοτε τό τιτοϊκό κάθεστως προέβαλε ἀτελείωτες ἐπεκτατικές διεκδικήσεις ἐναντίον ὄλων σχεδόν τῶν γειτόνων του (Ἀλβανία, Ἰταλία, Αὐστρία, Οὐγγαρία, Ρουμανία καί φυσικά Ἑλλάδα…).
Ὁ Τίτο ἀναβίωσε ἐντέχνως τόν κομμουνιστικό μύθο τοῦ μεσοπολέμου περί ὑπάρξεως ξεχωριστῆς “μακεδονικής” ἐθνότητος καί γλώσσης.[1] Καί περιέλαβε στήν Γιουγκοσλαυία ὡς ἕνα ἀπό τά ὁμόσπονδα κράτη της, τήν “Ὁμόσπονδη Λαϊκή Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας” μέ πρωτεύουσα τά Σκόπια.[2] Τό 1950 ἀποκαταστάθηκαν οἱ σχέσεις τῆς Γιουγκοσλαυίας μέ τήν Ἑλλάδα. Παρά ταῦτα, ὁ Τίτο κατά καιρούς προκαλοῦσε, ἐμφανιζόμενος ὡς… “προστάτης” τῶν δῆθεν “ἀλυτρώτων μακεδόνων” τῆς Ἑλληνικῆς Μακεδονίας (πού ἀποκαλοῦσε “Μακεδονία τοῦ Αἰγαίου”).
Ἡ καταγγελία τῆς συμφωνίας μεθοριακῆς ἐπικοινωνίας
Στίς 17 Σεπτεμβρίου 1959 ἡ τότε Κυβέρνησις Κ. Καραμανλή ἐπικύρωσε τήν Συμφωνία Μεθοριακῆς Ἐπικοινωνίας.
Μέ βάσι αὐτήν, καθορίσθηκε ζώνη βάθους 10 περίπου χιλιομέτρων ἑκατέρωθεν τῶν συνόρων, συμπεριλαμβανομένων τῶν πόλεων Φλωρίνης καί Μοναστηρῖου, στήν ὁποία ἐπιτρεπόταν ἡ ἐλεύθερη κυκλοφορία τῶν κατοίκων.
Ἡ συμφωνία προκάλεσε ἔντονες ἀντιδράσεις. Σύσσωμη ἡ ἀντιπολίτευσις, ὁ Στρατός, ἡ ΚΥΠ καί οἱ τοπικοί φορεῖς τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας διεφώνησαν καί τήν χαρακτήρισαν ἐθνικῶς ἐπικίνδυνη. Καί ἀπεδείχθη ὅτι εἶχαν δίκαιο:
Πρόσφυγες “σλαυομακεδόνες”, κυρίως μέλη τοῦ Δ.Σ.E. κατέκλυσαν τήν Δυτική Μακεδονία μέ πλαστά διαβατήρια. Ἀσκούσαν συστηματικά ἀνθελληνική προπαγάνδα καί συγκέντρωναν ὑλικό γιά τήν περίοδο 1946 - 49 γιά νά συγγράψουν… «Ἰστορία τοῦ Μακεδονικοῦ Λαοῦ».
Στίς 22 Ἀπριλίου 1967 τό ΓΕΣ μέ ρητή διαταγή (Τηλεγράφημα 2ου ΕΓ/ΓΕΣ πρός Α’ καί Β’ Σώματα Στρατοῦ, 22-4-1967, 1600 (ΙΑΥΕ, ΑΥ 424/1967-1968) ἀνέστειλε τήν ἐφαρμογή τῆς συμφωνίας μεθοριακῆς ἐπικοινωνίας τοῦ 1959. Καί στίς 13 Μαΐου 1967 ἀκολούθησε ἡ πλήρης καταγγελία της, μέ ρηματική διακοίνωσι τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν πρός τίς γιουγκοσλαυϊκές ἀρχές σέ Ἀθήνα καί Βελιγράδι.
Οἱ βασικοί λόγοι γιά τήν καταγγελία ἦταν ἡ διενέργεια ἀνθελληνικής προπαγάνδας κυρίως ὅσον ἀφορᾶ τό “μακεδονικό”, οἱ πληροφορίες γιά διενέργεια κατασκοπείας ἀπό Γιουγκοσλαύους καί ἡ παρουσία κομμουνιστῶν πού εἴχαν καταφύγει στήν γιουγκοσλαυϊκή μεθοριακή ζώνη μετά τήν ἥττα τούς τό 1949. Σέ συνάντηση τοῦ πρέσβεως Φαίδωνος Ἀννίνου - Καβαλιεράτου πρός τόν Ἐπιτετραμμένο Anschutz, ὁ πρῶτος ἐξήγησε:
«(Ἡ συμφωνία) ἐδημιούργει ἰδιαιτέρως ἐπικίνδυνον καθεστώς καί αἴσθημα εἰς τόν πληθυσμόν, γεωγραφικῆς ἑνότητος χώρου ἐκατέρωθεν τῶν συνόρων, ὅπερ ὠδήγει μοιραίως εἰς αἴσθημα οἰκονομικής καί πολιτικῆς ἀκόμη ἑνότητος μέ προφανεῖς κινδύνους…».
Ὁ ἴδιος πρέσβυς ἐξήγησε στόν Μόνιμο Ἀντιπρόσωπο τοῦ ΝΑΤΟ ὅτι 12.000 ἐκγυμνασμένοι κομμουνιστές, πρώην συμμορίτες τοῦ Δ.Σ.Ε., μποροῦσαν νά εἰσέρχονται στήν Ἑλλάδα γιά δυναμική δράσι, μέ γιουγκοσλαυϊκά διαβατήρια καί σλαυϊκά ὀνόματα![3]
Ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις συνέχισε, λαμβάνοντας σειρά μέτρων γιά τήν τόνωσι τοῦ ἐθνικοῦ αἰσθήματος στίς ἀκριτικές περιοχές μέ διορισμούς δραστηρίων Νομαρχῶν, ἱερεῶν καί δασκάλων καί ἐθνικές ἐκδηλώσεις, παρελάσεις κ.λπ.
Ἡ ψυχρότητα φυσικά συνεχίσθηκε μέ τήν εἴσοδο στό 1968.
Ὁ Τίτο
“Η Μακεδονία εἶναι ἑλληνική. Οἱ ἄλλοι εἶναι ἁπλῶς κατακτηταί”
Ἡ Γιουγκοσλαυία μέ συνεχῆ ἀρθρογραφία καί διαβήματα ἰσχυριζόταν ὅτι καταπιεζόταν ἀπό τήν Ἑλλάδα ἡ δῆθεν “σλαυομακεδονική μειονότητα”.
Μάλιστα τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1968 οἱ Γιουγκοσλαῦοι δημιούργησαν ζήτημα περί δῆθεν ἀπαγορεύσεως τῆς “σλαυομακεδονικῆς” γλώσσας στήν Ἑλλάδα. Ζήτημα πού ἔθεσε ὁ γιουγκοσλαῦος ὑφυπουργός Ἐξωτερικῶν Uvalic στόν πρέσβυ Τετενέ στίς 27-4-1968, ἀλλά ὁ τελευταῖος του ἔδωσε πληρωμένη τήν ἀπάντησι:
«Μακεδονική μειονότης εἰς τήν Ἑλλάδα δέν ὑπάρχει. Ἐπιπλέον, οὐδέποτε ἐσκέφθημεν νά ἀπαγορεύσωμεν εἰς Ἕλληνας ὑπηκόους χρῆσιν γλώσσης ἤ ἰδιώματος τινός. Ὄχι ὅμως καί νά τούς ἐξαναγκάσωμεν νά τά ὁμιλοῦν! Ἐξ’ ἄλλου, οἱ Ἕλληνες τῆς Βορείου Ἐλλάδος προτιμοῦν νά ὁμιλοῦν τά ἑλληνικά γιά νά παύσουν νά τούς ἐκμεταλλεύονται οἱ γείτονες».[4]
Ὁ Γιουγκοσλαῦος ὑφυπουργός, ἐπανέφερε τό ζήτημα στίς 19-7-1968. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν της Ἑλλάδος Παν. Πιπινέλη ἦταν σαφής καί διατυπώθηκε μέ τηλεγράφημα πρός τόν πρέσβυ τῆς Ἑλλάδος στό Βελιγράδι Τετενέ, στίς 22-7-1968:
«…ἐπιμένοντες (οἱ Γιουγκοσλαῦοι) ἐπί ὑπάρξεως “μειονότητος” καί ἐπί δῆθεν κακομεταχειρίσεως… ἀρνηθεῖτε πάσαν συζήτησιν, τονίζοντες ἀνυπαρξίαν τοιούτου ζητήματος».[5]
Ἀπάντησι ὅμως ἔδωσε καί ὁ Ἀ’ Ἀντιπρόεδρος τῆς Κυβερνήσεως Στυλιανός Παττακός. Ὁμιλώντας στό Παμμακεδονικό Συνέδριο πού ἔλαβε χώρα στήν Θεσσαλονίκη τόν Αὔγουστο τοῦ 1968, δήλωσε:
«…Τό ἔδαφος τῆς Μακεδονίας, ὁλόκληρη ἡ γεωγραφική ἔκτασις τῆς Μακεδονίας, ὑπῆρξεν, εἶναι καί θά παραμείνη ἑλληνική. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ἁπλῶς κατακτηταί τῆς μακεδονικῆς γῆς καί δυνάσται της».
Μετά τήν εἰσβολή τῶν Σοβιετικῶν στήν Τσεχοσλοβακία ὅμως, πού ἔγινε στίς 21 Αὐγούστου 1968 ἡ στάσις τήν Γιουγκοσλαυίας ἔδειξε νά ἀλλάζει καί νά ἐπιδιώκει μία προσέγγισι μέ τήν Ἑλλάδα.
Ἤδη στήν συνάντηση μεταξύ τοῦ πρέσβεως Τετενέ καί τοῦ ὑφυπουργοῦ Pavicevic, πού ἔγινε στίς 18-10-1968, ὁ τελευταῖος ἀνακοίνωσε ὅτι ἡ Γιουγκοσλαυία ἐπιδιώκει ὁμαλοποίηση τῶν σχέσεων μέ τήν Ἀθήνα.[6]
Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1968 λοιπόν, γίνονται τά πρῶτα βήματα. Συνέρχεται ἀρχικά μία Μεικτή Ἐπιτροπή Ὑδροοικονομίας στήν ὁποία ἡ Ἑλλάδα πρότεινε τήν καθολική ἀξιοποίησι τῆς λεκάνης τοῦ Ἀξιοῦ μέ διεθνῆ χρηματοδότησι ἀπό τόν ΟΗΕ. Ὑπογράφεται ἐπίσης Ἐμπορικό Πρωτόκολλο καί Κτηνιατρική Σύμβασις.
Τό ἴδιο ὅμως μήνα, οἱ ἑλληνικές ἀρχές συνέλαβαν ἐπ’ αὐτόφορω τόν Βοηθό Στρατιωτικοῦ Ἀκολούθου τῆς Γιουγκοσλαυϊκῆς Πρεσβείας, νά παραλαμβάνει ἀπόρρητα στρατιωτικά ἔγγραφα τῆς Ἑλλάδος ἀπό Ἕλληνα διπλό πράκτορα![7]
“Η Ἑλλάς δέν ἐπιτρέπει…”
Στά μέσα Ἰανουαρίου 1969, προκλητικό ἄρθρο δημοσιεύθηκε στίς ἐφημερίδες Vjesnic u Srijedu καί Nova Makedonija, τό ὁποῖο κατήγγειλε ὅτι δῆθεν ἡ Ἑλλάς καταπίεζε τήν… ”μακεδονική μειονότητα”, τιμωροῦσε ὅσους μιλοῦν τήν “μακεδονική” γλῶσσα καί ἐκτόπιζε σέ νησιά τούς ἐθνοτικά “μακεδόνες”.
Τόν Μάρτιο τοῦ 1969 οἱ Γιουγκοσλαῦοι συνεχίζουν νά προκαλοῦν. Ὁ “σλαυομακεδόνας” Ἀντιπρόεδρος τῆς Βουλῆς τῆς Γιουγκοσλαυίας G. Vlahov, ἀναφέρθηκε σέ δῆθεν «ἀποεθνικοποίησι τῶν Μακεδόνων τοῦ Αἰγαίου», τούς ὁποίους μάλιστα ὑπολόγιζε σέ… 500.000!...
Ἡ Ἑλλάς ἀντέδρασε ἄμεσα μέ κῦμα διαβημάτων (ΙΑΥΕ, ΑΥ 40-35/1969). Καί ἀπαγόρευσε ὁποιαδήποτε συμμετοχή πού εἶχαν ζητήσει οἱ Γιουγκοσλαῦοι σέ ἔργα στήν Μονή Χιλανδαρίου στό Ἅγιο Ὄρος.[8]
Στίς 26 Νοεμβρίου 1969 ὁ γιουγκοσλαῦος βουλευτής Naum Pejov, ὁ ὁποῖος ἦταν καί μέλος τοῦ Δ.Σ.Ε. κατά τόν συμμοριτοπόλεμο 1946 – 49, ἐκφώνησε λόγο στήν Βουλή τῆς Γιουγκοσλαυίας, ἰσχυριζόμενος ὅτι «ἡ ὑπό τῶν Ἑλλήνων μεταχείρισις τῶν Μακεδόνων τῶν ζώντων στήν Μακεδονία του Αἰγαίου εἶναι ἀφόρητη ἀπό διεθνούς ἀπόψεως…».
Ἡ ἑλληνική ἀντίδρασις στίς δηλώσεις τοῦ «ἀρχισυμμορίτη» -ὅπως τόν ἀποκάλεσε ἡ ἑλληνική Κυβέρνησις- ἦταν κεραυνοβόλα. Ὁ Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν Παν. Πιπινέλης ἔδωσε προσωπικές ὀδηγίες στόν Ἕλληνα ἐπιτετραμμένο νά προβῆ σέ ὀξύτατο διάβημα πού νά τονίζει ὅτι «ἡ ἀνάμειξις ὑπό μορφήν ἐνδιαφέροντος γιά “μειονότητας” ἀποτελεῖ κεκαλυμμένην ἐδαφικήν διεκδίκησιν». Καί ὅτι «ἡ Ἑλλάς δέν ἐπιτρέπει εἰς ξένην κυβέρνησιν νά ἀποφαίνεται ἐπί τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως τῶν κατοίκων της».
Στό διάβημα συνεχιζόταν:
«Ἡ Ἑλλάς, οὐδέποτε θέλει ἀναγνωρίση ἐντός συνόρων της ὕπαρξιν μειονότητος ἤτις ἐν τοίς πράγμασι δέν ὑπάρχει. Ἡ οὐσιαστική ἀνάπτυξις τῶν ἑλληνογιουγκοσλαυϊκῶν σχέσεων ἀποκλείεται ἐφ’ ὅσον κλῖμα δηλητηριάζεται ἀπό ἀπαραδέκτους γιουγκοσλαυϊκᾶς θέσεις».
“Διά τήν Ἑλλάδα “μακεδονικόν ζήτημα” δέν ὑπάρχει”
Μέ τήν εἴσοδο στό 1970 γίνεται ἕνα θετικό βῆμα μέ τήν ἐπανάληψι τῶν ἐπιμελητηριακῶν σχέσεων, πού εἶχαν διακοπεῖ ἀπό τήν 21η Ἀπριλίου 1967 καί ἔπειτα.
Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1970 κυκλοφόρησε στήν Ἑλλάδα μερίμνη τῆς Κυβερνήσεως, τό μνημειῶδες ἔργο τοῦ Θεοφυλάκτου Παπακωνσταντίνου «Πολιτική Ἀγωγή». Ἐπρόκειτο γιά ἔργο πού γράφτηκε κυριολεκτικά κατά παραγγελία τοῦ Πρωθυπουργοῦ Γεωργίου Παπαδοπούλου. Σέ κεφάλαιο μέ τόν τίτλο «Ὁ “μακεδονικός” μῦθος» ἔγραφε, μεταξύ ἄλλων:
«Διά τήν Ἑλλάδα “μακεδονικόν ζήτημα” δέν ὑπάρχει. Ἡ Γιουγκοσλαυία ὅμως, παρά τήν ἀπό τοῦ 1950 ἀποκατάστασιν τῶν μετά τῆς Ἑλλάδος σχέσεων, ἀνακινεῖ ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν τόν προσφιλή τῆς μύθον, προσπαθοῦσαν νά διατηρήση τοῦτον ἐν ζωῇ, εἴτε διά δηλώσεων ἐπισήμων ἐκπροσώπων της, εἴτε δι’ ἀρθρογραφίας τοῦ διευθυνομένου τύπου τῶν Σκοπῖων, εἴτε διά διαφόρων “διπλωματικών”, χονδροειδοῦς μορφῆς, μεθόδων. Ἡ στάσις αὔτη, ἐπιβάλλει εἰς τό Ἑλληνικόν Ἔθνος συνεχῆ ἐπαγρύπνησιν».
Ἡ κυκλοφορία τοῦ βιβλίου προκάλεσε ἔντονη γιουγκοσλαυϊκή ἀντίδραση. Ὁ τύπος τούς ὑπογράμμιζε τόν ἐπίσημο χαρακτήρα του καί τό ὅτι ἦταν ἔργο πού εἶχε συσταθῆ ἐπισήμως ἀπό τόν ἴδιο τόν Πρωθυπουργό τῆς Ἑλλάδος. Καί ἡ Κυβέρνησίς τους προέβη σέ διάβημα.
Παράλληλα, ἡ Ἑλλάς ἀπέστειλε πίσω ὅσες ἐπιστολές τῆς Μεικτῆς Μεθοριακῆς Ἐπιτροπῆς χρησιμοποιοῦσαν τήν ψευτομακεδονική γλῶσσα.
Ἡ Γιουγκοσλαυία ἀπό τήν ἄλλη, ἀνακοίνωσε ὅτι θά γυρίσει ταινία μέ θέμα τίς… διώξεις τῶν “Αἰγαιατῶν Μακεδόνων”… Ἡ ταινία θά εἶχε τόν τίτλο «Μαῦρος Σπόρος» καί οἱ Γιουγκοσλαῦοι εἴχαν ἀνακοινώσει τήν συμμετοχή σέ αὐτήν τῶν Ἑλλήνων “δημοκρατών” Μίκη Θεοδωράκη, Μελίνας Μερκούρη καί Κώστα Γαβρά! Δηλαδή οἱ παραπάνω ἐπιθυμοῦσαν νά συμμετάσχουν σέ ἀνθελληνική ταινία, μόνο καί μόνο γιά νά κάνουν “ἀντίσταση” στό ἑλληνικό καθεστώς…
Ἡ ΚΥΠ μέ ἔγγραφό της πρός τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν μέ ἡμερομηνία 22 Σεπτεμβρίου 1970 συνέστησε νά ἀσκηθῆ ἐντονοτάτη πίεσις τῆς Ἑλλάδος ὥστε νά ματαιωθῆ τό γύρισμα τῆς ταινίας, ἀλλά καί πίεσις μέσω τῆς κοινῆς γνώμης πρός τούς Ἕλληνες πού ἤθελαν νά συμμετάσχουν.[9] Ἀκολούθησε ἀνακοίνωσις τῆς Γενικῆς Διευθύνσεως Τύπου καί μαχητική ἀρθρογραφία, μέ ἀποτέλεσμα ἡ ταινία νά ἀναβληθῆ…
Ἀκολούθησαν ὅμως ἄλλες προκλητικές ἐνέργειες, ὅπως ἡ ἐπίσκεψις τοῦ Μίκη Θεοδωράκη στόν Τίτο τό καλοκαίρι καί ἡ ἔντασις τῶν ἐκπομπῶν τοῦ Ρ/Σ Σκοπῖων στά ἑλληνικά ἀπό τόν Δεκέμβριο.
Ἡ Ἑλλάς στίς 22 Μαρτίου 1971 προέβη σέ αὐστηρό διάβημα ὑπό τίς προσωπικές ὁδηγίες τοῦ Ὑφυπουργοῦ Ἐξωτερικῶν Χρήστου Ξανθόπουλου - Παλαμᾶ πρός τόν πρέσβυ Τετενέ.[10]
“Ἀπόλυτος ἡ ἐθνική ὁμοιογένεια καί τό ἐθνικό αἴσθημα τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ”
Σέ οἰκονομικό ἐπίπεδο οἱ ἑλληνογιουγκοσλαυικές σχέσεις εἴχαν μία πρόοδο. Τόν Ἰούνιο τοῦ 1969 ἡ Μεικτή Ἐπιτροπή Ὑδροοικονομίας κατέληξε στήν συμφωνία γιά ἐκπόνησι μελέτης γιά τήν ἀξιοποίησι τοῦ Ἀξιοῦ, ἡ ὁποία καί τελικά ὑπεγράφη στίς 12 Ἰουνίου τοῦ 1970.
Ἐντός τοῦ ἔτους 1969 οἱ ἐξαγωγές μέ τήν Γιουγκοσλαυία σημείωσαν αὔξησι κατά 71%. Τόν Νοέμβριο τοῦ 1969 συνῆλθε Μεικτή Ἐπιτροπή Ὁδικῶν Μεταφορῶν ἡ ὁποία ξανασυναντήθηκε τόν Δεκέμβριο τοῦ 1970. Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1969 συνῆλθε Μεικτή Ἐπιτροπή Τουρισμού, μέ ἀποτέλεσμα ἀπό τόν Αὔγουστο τοῦ 1970 νά ἁπλουστευθῆ ἡ διαδικασία χορηγήσεως θεωρήσεων καί νά αὐξηθῆ τό ρεῦμα Γιουγκοσλαύων τουριστῶν στήν Ἑλλάδα.
Στίς 16 Ἰουνίου 1971 ὁ Γιουγκοσλαῦος Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν Tepavac διῆλθε ἀπό τήν Ἀθήνα καθώς ἐπέστρεφε ἀπό ταξείδι στήν Κίνα. Καί ἐκεῖ συναντήθηκε μέ τόν Ἕλληνα Ὑφυπουργό Ἐξωτερικῶν Χρῆστο Ξανθόπουλο - Παλαμά.
Ὁ Tepavac ζήτησε τότε γιά πρώτη φορᾶ τό “μακεδονικό” νά μπεῖ “στό ψυγεῖο” καί νά ἐκτοπισθῆ στήν ἀτζέντα τους, ἀπό τήν δεύτερη ἤ τρίτη σειρά, «στήν 5, 7η ἤ καί 10η». Στό σημείωμά του πρός τόν Πρωθυπουργό τῆς ἰδῖας ἡμέρας, ὁ Παλαμᾶς ἐκτίμησε ὅτι ἡ στροφή τοῦ Βελιγραδίου εἶναι πολύ σοβαρῆ καί δείχνει αἴσθημα ἀνασφαλείας.[11]
Στίς 8 Σεπτεμβρίου 1971 ὁ Ὑφυπουργός Ἐξωτερικῶν της Ἐλλάδος Χρῆστος Ξανθόπουλος - Παλαμᾶς μετέβη -κατόπιν προσκλήσεως- στό Βελιγράδι. Δέν συναντήθηκε μέ τόν Τίτο, ἀλλά μέ τόν Πρωθυπουργό Bijedic καί τόν Ὑπουργό Tepavac.
Τό κλῖμα ἦταν ἰδιαίτερα θετικό, σέ σχέσι μέ ὅσα εἶχαν προηγηθεῖ. Σέ ἐπίπεδο διμερῶν σχέσεων, συζητήθηκαν θέματα ὅπως ἡ ἀξιοποίησις τοῦ Ἀξιοῦ, ὁ τουρισμός, οἱ ἀπαιτήσεις τῆς Ἑλλάδος γιά ἀποζημιώσεις ἀπό ἐθνικοποιήσεις, ἡ πιθανή κατασκευή ἑνός πετρελαιαγωγοῦ Θεσσαλονίκης - Σκοπίων, καθώς καί ἡ πιθανότητα ἐπαναδραστηριοποιήσεως τῆς Μεικτῆς Δϊυπουργικῆς Ἐπιτροπῆς πού εἶχε ἱδρυθεῖ τό 1965.
Ὁ Tepavac δέν παρέλειψε φυσικά, νά κάνει λόγο καί στό “μακεδονικό”, ἀλλά μέ πολύ προσοχή. Ἰσχυρίσθηκε ὅτι ἡ Ἑλλάς πρέπει νά ἀναγνωρίση «τό γεγονός τῆς ὑπάρξεως τῆς ἐθνικῆς ὀντότητος τῆς Μακεδονίας». Ἀλλά συμπλήρωσε ὅτι πρόκειται γιά ζήτημα πού μπορεῖ νά τεθῆ «σέ δεύτερη καί τρίτη μοίρα».
Ὁ Παλαμᾶς τοῦ ἀπάντησε μέ δυναμισμό:
«- Ὑπάρχει ἀπόλυτος ἐθνική ὁμοιογένεια τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ. Δέν γνωρίζομεν ἐάν μακεδονικόν θέμα ὑπάρχη ἐκτός τῆς Ἐλλάδος. Ἐν Ἑλλάδι ὅμως εἶναι ἀνύπαρκτον.
- Οὐδεμία μειονότης ὑφίσταται ἐντός τῆς Ἑλλάδος πλήν τῆς μουσουλμανικῆς. Γλωσσικά ἰδιώματα ὑπάρχουν καί εἰς τήν Ἑλλάδα, ἀλλά οὐδόλως συνιστοῦν μειονότητας.
- Ὁ σεβασμός τῆς ἀρχῆς τῆς μή ἐπεμβάσεως εἰς τά ἐσωτερικά τοῦ κάθε Κράτους, δέν συμβιβάζεται μέ ἀμφισβητήσεις τοῦ ἐθνικοῦ αἰσθήματος μέρους τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ».[12]
Τό κάπως βελτιωμένο κλῖμα -μετά τήν ὑποχώρησι τῆς Γιουγκοσλαυίας στό θέμα τοῦ “μακεδονικοῦ”- συνεχίζεται ὅταν στίς 6 Ὀκτωβρίου 1971 ὁ Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπαδόπουλος συναντάται μέ τό πρέσβυ τῆς Γιουγκοσλαυίας.
“ΟΧΙ” στά Σκόπια
Τήν ἄνοιξη τοῦ 1971 τό Οἰκονομικό Ἐπιμελητηριο τῶν Σκοπίων προσκάλεσε τόν πρόεδρο τοῦ Ἐμπορικοῦ καί Βιομηχανικού Ἐπιμελητηρίου Θεσσαλονίκης Διαμαντῆ. Καί ἡ Κυβέρνησις ἔδωσε ὁδηγίες στήν Περιφέρεια Κεντρικῆς καί Δυτικής Μακεδονίας νά τόν ἀποτρέψη, διότι ἡ πρόσκλησις ἔγινε στήν ψευτομακεδονική γλῶσσα. Ἔτσι ἡ πρόσκλησις ἐπεστράφη ὡς «ἀκατάληπτος».
Ἐπίσης, ἀπό τά μέσα τοῦ 1971 ἤδη, παρατηρήθηκε μία τάσις κάποιων ἐπιχειρηματιῶν τῆς Θεσσαλονίκης νά συνεργασθοῦν μέ ξενοδόχους καί τουριστικούς πράκτορες τῶν Σκοπῖων! Ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις ἀμέσως ἔδρασε:
Τόν Ἰούλιο τοῦ 1971 τό Ὑπουργεῖο Ἐσωτερικῶν ἔδωσε ὁδηγίες πρός τό Ὑπουργεῖο Βορείου Ἑλλάδος γιά τήν ἀποτροπή τέτοιου ἐνδεχομένου.[13] Ἀπό ἔγγραφο τῆς Χωροφυλακῆς Θεσσαλονίκης μαθαίνουμε τό ἀποτέλεσμα:
«Ἡ Ὑπηρεσία… ἐκάλεσε τούς (ὀνόματα ἐπιχειρηματιῶν) καί διά καταλλήλου χειρισμοῦ τῆς ὅλης ὑποθέσεως ἀπέσπασεν τήν ἀβίαστον συγκατάθεσιν τῶν πρός ματαίωσιν τῶν σχεδίων…».[14]
Παράλληλα, ἡ Ἑλλάς ἀρνήθηκε ὁποιαδήποτε μορφή μορφωτικής συνεργασίας μέ τήν Γιουγκοσλαυία, ἐφ’ ὅσον θά σχετιζόταν μέ τά Σκόπια ἤ ἱδρύματά τους, ἤ τήν ψευτομακεδονική γλῶσσα: Ἦταν ὁ λόγος πού εἶχε ἀποτύχει ἡ Μεικτή Μορφωτική Ἐπιτροπή τόν Μάιο τοῦ 1969.
Ἡ Ἑλλάς πρότεινε ἀντισχέδιο, χωρίς νά περιλαμβάνονται τά Σκόπια τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1970.[15] Οἱ Γιουγκοσλαυία πρότεινε ἄλλο τόν Μάιο τοῦ 1971, μέ μειωμένη συνεργασία μέ τά Σκόπια. Ὅμως ἡ ἑλληνική θέσις παρέμεινε, ὅτι ἡ μή συμμετοχή τῶν Σκοπῖων «δέν δύναται ν’ ἀποτελέση ἀντικείμενον διαπραγματεύσεων».[16]
Στήν συνάντησι Γ. Παπαδοπούλου μέ τόν Γιουγκοσλαῦο πρέσβυ στίς 6 Ὀκτωβρίου, ὁ Πρωθυπουργός τῆς Ἑλλάδος ξεκαθάρισε ὅτι μορφωτική συνεργασία μέ μορφή τριμεροῦς συνεργασίας Ἀθηνῶν - Σκοπίων - Βελιγραδίου ἀποκλείεται ἀπολύτως.[17]
Ἐν τέλει ἡ Ἑλλάς διαβίβασε τόν Νοέμβριο τοῦ 1971 ἀκόμη ἕνα ἀντισχέδιο, ἀλλά μόνον τυπικά.
Στήν ἐτήσια Ἔκθεσι τῆς Ἀ’ Πολιτικῆς Διευθύνσεως τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν γιά τό ἔτος 1971, πού συνετάγη στίς 11-1-1972, ἀναφερόταν:
«Ἡ Γιουγκοσλαυία ἐφάνη ἡ πλέον δύσκολος περίπτωσις (τῶν χωρῶν τοῦ Ἀνατολικοῦ μπλόκ). Ἐπεθύμει νά ἐξαγοράση ἴσως τήν ἐλληνικήν ἀνοχήν εἰς τήν προβολήν τῶν Σκοπίων…Ἡ ἡμετέρα σταθερά στάσις ἔναντι τῆς πολιτικῆς τῶν Σκοπῖων ἀλλά, κυρίως, ἡ ἐπίσκεψις τοῦ κ. Παλαμᾶ εἰς Σόφιαν, ἔπεισαν τούς Γιουγκοσλαύους ὅτι μόνον ἐκεῖνοι ἔχαναν ἀπό τήν στάσιν των…».[18]
“Είστε μία τεχνητή ἐθνότης…”
Μέ τήν εἴσοδο στό 1972, συνῆλθε στό Βελιγράδι ἡ σύνοδος τῆς Δϊυπουργικῆς Ἐπιτροπῆς καί ἀποφασίσθηκε ἡ ἵδρυσις δυό Ὑποεπιτροπῶν Βιομηχανίας καί Ἀγροτικῆς Συνεργασίας. Ὅμως ἡ Ἑλλάς ἀρνήθηκε ρητά πρότασι γιά σύναψι μεθοριακοῦ ἐμπορίου καθῶς καί τήν προώθησι τῆς ἰδέας πετρελαιαγωγοῦ Θεσσαλονίκης Σκοπῖων, γιά εὐνόητους λόγους.[19]
Ἀπό τόν Φεβρουάριο μέχρι τό τέλος τοῦ 1972 συνῆλθαν ἀρκετές Μεικτές Ἐπιτροπές γιά τήν πρόοδο τῆς οἰκονομικῆς συνεργασίας, ὅπως γιά τίς Ὁδικές Μεταφορές, τόν Ἀξιό, τήν Ἁλιεία, τήν Γεωργία, τόν Τουρισμό. Οἱ σχέσεις δέν εἶχαν πολιτικές προεκτάσεις καί οἱ σκοπιανές προκλήσεις εἶχαν ἐκμηδενισθεῖ. Στίς 16 Φεβρουαρίου 1973 ὑπεγράφη καί τό νέο ἐμπορικό πρωτόκολλο μεταξύ τῶν δυό χωρῶν.
Ἀπό τόν Ἰούλιο τοῦ 1972 οἱ Γιουγκοσλαῦοι εἶχαν ζητήσει μέ ρηματική διακοίνωσι, τά πρακτικά της μεθοριακῆς ἐπιτροπῆς νά συντάσσονται στά ἑλληνικά καί… “μακεδονικά”. Ὅπως εἶναι εὐνόητο στίς 27 Φεβρουαρίου 1973 ἦλθε ἡ ἀπόλυτη ἄρνησις τῆς Ἑλλάδος.[20]
Στίς 22 Φεβρουαρίου 1973 ὁ Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν της Ἑλλάδος Φαίδων Ἄννινος - Καβαλιεράτος ἔδωσε μία Συνέντευξι Τύπου στήν ὁποία μίλησε καί γιά τήν πρόοδο καί θετικές σχέσεις πού εἴχε ἀναπτύξει ἡ Ἑλλάς μέ τίς βαλκανικές χῶρες.
Κατά τήν Συνέντευξι ἐκείνη ὁ Ἕλληνας Ὑπουργός ἑξαίρεσε τήν Γιουγκοσλαυϊα, μέ τήν ὁποία δέν ἀναπτύχθηκαν οἱ σχέσεις σέ ρυθμούς ἐπιθυμητούς λόγω «ὁρισμένων τεχνητῶν ἐμποδίων παρεμβαλλομένων ὑπό τῆς ἄλλης πλευρᾶς καί ἐξ αἰτίας τῆς στάσεως ὠρισμένων ἐπαρχιακῶν στοιχείων (σ.σ. Σκόπια)».
Στό σημεῖο αὐτό ὁ ἀνταποκριτής τῆς σκοπιανῆς «Nova Makedonija» ρώτησε τόν Ὑπουργό τί ἐννοεῖ. Καί πῆρε πληρωμένη τήν ἀπάντησι ἀπό τόν Καβαλιεράτο:
«Τό ἐπαρχιακόν στοιχεῖον τό ὁποῖον ἐννοοῦσα ἐγώ, εἶναι ὅτι δημιουργεῖται ἐν Γιουγκοσλαυίᾳ μία τεχνητή ἐθνότης, περί τῆς ὁποίας π.χ. πρό 50 ἐτῶν οὐδείς ἐγένετο λόγος… Ἡ δυσκολία μπορεῖ νά ἐξαλειφθῆ εὐχερῶς, ἐάν ἡ γιουγκοσλαυϊκή κυβέρνησις παύση νά ἀναμειγνύη αὐτό τό τεχνητόν θέμα εἰς τᾶς σχέσεις μεταξύ τῶν δύο χωρῶν».
Ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις προχώρησε ὅσο καμμία ἄλλη Ἐλληνική Κυβέρνησις δέν εἶχε τολμήσει: Ἀποκήρυξε τό ὁμόσπονδο γιουγκοσλαυϊκό κρατίδιο τῶν Σκοπῖων (“Σοβιετικῆ Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας”, τήν ὀνόμαζαν οἱ Γιουγκοσλαύοι) ὡς ἕνα ἀνύπαρκτο «τεχνητό ἔθνος»!
Φυσικά οἱ Γιουγκοσλαῦοι ἀντέδρασαν καί ὁ ὑπουργός Ἐξωτερικῶν τούς Minic ἐπέδωσε διαμαρτυρία στόν Ἕλληνα πρέσβυ στό Βελιγράδι. Ἡ δέ 3η σύνοδος τῆς Δϊυπουργικῆς Ἐπιτροπῆς πού ἔγινε στήν Ἀθήνα, διεξήχθη μέσα σέ βαρύ κλῖμα.
Ἀλλά ἔκτοτε καί ὅσο ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος παρέμεινε στήν ἐξουσία, ἡ Γιουγκοσλαυία δέν ἀνακίνησε ξανά τό θέμα. Ἀντιθέτως τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1973 ὑπεγράφη καί Σύμβασις μεταξύ τῆς ΔΕΗ καί γιουγκοσλαυϊκού ὀργανισμοῦ γιά τήν σύνδεσι γραμμῆς ὑπερυψηλῆς τάσεως 400KW μεταξύ τῶν δύο χωρῶν.
Πρόγραμμα γιά τήν ἄμυνα τῆς Μακεδονίας 1967 - 1973
Ὁ Νικόλαος Γκαντώνας διετέλεσε Γ.Γ. τοῦ Ὑπουργείου Βορείου Ἑλλάδος (1967 - 1971) καί Περιφερειακός Διοικητής Κεντρικής καί Δυτικῆς Μακεδονίας. Στά ἀπομνημονεύματά του ἔγραψε:
«Οὐδέποτε ἀπό τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς Μακεδονίας καί Θράκης εἶχεν ἄλλοτε δοθῆ τόση ἔμφασις εἰς τήν ἄμυναν τοῦ χώρου κατά τῶν δυό αὐτῶν ἀπειλῶν. Ο Γ. Παπαδόπουλος κατέχων καλῶς τά δυό θέματα ἔδωσε μεγάλην σημασίαν καί ἐνήργει βάσει ἑνός προγράμματος κάτ΄ἐξοχήν ἐθνικοῦ…».[21]
Ὁ Νικόλαος Γκαντώνας μέ τόν Γ. Παπαδόπουλο
Πράγματι, ἡ Κυβέρνησις Γ. Παπαδοπούλου δημιούργησε ἕνα “Εἰδικό Πρόγραμμα Παραμεθορίων Περιοχῶν”, τοῦ ὁποίου στόχος ἦταν ἡ δυναμική προώθησις τῆς ταχύτερης δυνατῆς ἀναπτύξεως, ὡς μέσον πρόσθετης θωρακίσεως εὐπαθῶν μεθοριακῶν περιοχῶν. Τό Πρόγραμμα προέβλεπε:
- Πυκνό ὁδικό δίκτυο, ἠλεκτροδότησι - ὑδροδότησι, ἵδρυσι βιομηχανικῶν μονάδων καί ἐγγειοβελτιωτικῶν ἔργων, ραδιοφωνική ἤ τηλεοπτική κάλυψι[22], ἀνέγερσι νέων δημαρχιακῶν ἤ νομαρχιακῶν κτιρίων, ναῶν, σχολείων, πλατείας, ἡρώων, ἀγροτικῶν ἰατρείων στά χωριά κ.λπ.
- Οἱ Νομοί Σερρῶν, Κιλκίς, Πέλλης καί Φλωρίνης ὑπήχθησαν στήν Μείζονα Περιοχή Δ στήν ὁποία θεσπίσθηκαν δραστικά φορολογικά καί πιστωτικά κίνητρα γιά ταχύρρυθμη ἀνάπτυξι.
- Χρηματοδοτήθηκαν καί ἀνεγέρθηκαν ἤ ἐπισκευάσθηκαν 334 ναοί τῶν παραμεθορίων περιοχῶν καί στόν Νομό Φλωρίνης ἀντικαταστάθηκαν τά κατάλοιπα σλαυϊκῶν ἐκκλησιῶν, ἀπό τήν ἐποχή τῆς τουρκοκρατίας.
- Προβλέφθηκε μέριμνα ἀναπτύξεως νηπιοτροφείων καί 5ετές πρόγραμμα ἐξαλείψεως τῆς διγλωσσίας τῶν Ἑλλήνων σλαυοφώνων.
- Ἐλήφθη μέριμνα γιά μετονομασία τοπωνυμίων μέ σλαυική ἤ βουλγαρική ἤ τουρκική προέλευση (Β.Δ. 317/1968 κ.ἄ.)
- Χρηματοδοτήθηκαν ἐθνικές ὀργανώσεις τῆς Μακεδονίας καί ἱδρύθηκε πλῆθος εὐαγῶν ἱδρυμάτων.
- Εἰδικό βάρος δόθηκε στίς ἀρχαιολογικές ἔρευνες γιά τήν Μακεδονία καί τήν ἑλληνικότητά της.
Ὁ Ὑφυπουργός Προεδρίας τήν περίοδο 1970 - 1971, Δημήτριος Τσάκωνας, μέ ἁρμοδιότητα στά θέματα ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ, πολιτιστικῶν ὑποθέσεων καί ἀρχαιοτήτων, ἀναφέρει:
«Ὡς πρός τάς ἀρχαιότητας, ἡ προσοχή μου ἐστράφη εἰς τόν τομέα τῶν ἀνασκαφῶν μέ ἐπίκεντρον τάς ἐν Μακεδονίᾳ, ἔνθα ἐστιάζετο τό ἐνδιαφέρον τῆς Κυβερνήσεως δι’ εὐνοήτους λόγους…».[23]
Ὁ διευθυντής τοῦ ἰδιαιτέρου γραφείου τοῦ Υ.Β.Ε. Στέφανος Κάργας ἀναφέρει:
«Τό ΥΒΕ κίνησε τήν διαδικασία ἀνασκαφῶν σέ ἀρχαιολογικούς χώρους τῆς Μακεδονίας. Οἱ καθηγητές Δ. Παντερμανλής καί ὁ ἀείμνηστος Μανώλης Ἀνδρόνικος, μετά ἀπό ἀκρόασή τους στό Γραφεῖο τοῦ Γέν. Γραμματέα τοῦ ΥΒΕ Νικ. Γκαντώνα, πῆραν τήν πρώτη χρηματοδότηση γιά ἔναρξη ἀνασκαφῶν στό Δίο τοῦ Ὀλύμπου καί στήν περιοχή τῆς Βεργίνας ἀντίστοιχα, μέ τά γνωστά λαμπρά ἀποτελέσματα, ὕστερα ἀπό μερικά χρόνια…».[24]
Ἀξιόλογα εὑρήματα ὑπῆρξαν ἐπίσης στήν Πέλλα καί τήν Θεσσαλονίκη.
- Ἀνεγέρθηκε ὁ ἀνδριάντας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου στήν παραλία Θεσσαλονίκης καί προκηρύχθηκε διαγωνισμός γιά τήν ἀνέγερσι ἀνδριάντων τῶν: Βασιλείου Βουλγαροκτόνου - Ἴωνος Δραγούμη - Παύλου Μελᾶ.[25]
- Ὀχύρωσις Συνόρων: Τόν Ἰούνιο 1968, ἀποφασίσθηκε ἡ πλήρης ἀνακατασκευή καί ἐπέκτασις τῆς ὀχυρωματικῆς γραμμῆς Μακεδονίας - Θράκης μέ ἐθνικούς πόρους. Γιά αὐτόν τόν σκοπό, ἰδρύθηκε ἡ 100 Σ.ΔΙ. (Στρατιωτική Διοίκησις) ἡ ὁποία ἀποτελέσθηκε ἀπό τρεῖς Δ.Ε.Ο. (Διευθύνσεις Ἔργων Ὀχυρώσεως). Μέχρι τό 1973 ἡ ὀχυρωματική γραμμή ἐξοπλίστηκε μέ νέα ὀπλικά συστήματα καί ἐπεκτάθηκε τόσο ἀνατολικά ὡς τόν Ἕβρο, ὅσο καί δυτικά ὡς τό Κιρλί Δερβέν, καλύπτωντας τήν Φλώρινα.
Ὁ ἀνδριάντας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου στήν παραλία Θεσσαλονίκης
Συμπερασματικά:
Τό ἄνοιγμα πρός Ἀνατολᾶς τῆς περιόδου 1969 - 1973 εἶχε τήν μικρότερη ἀπόδοσι στίς σχέσεις μέ τήν Γιουγκοσλαυία. Καί τοῦτο ὀφειλόταν ἀποκλειστικά στήν ἐμμονή τῆς τελευταίας μέ τόν μύθο τοῦ “μακεδονικοῦ” πού εἶχε τεχνηέντως δημιουργήση.
Ἡ Ἑλλάς, καθ’ ὅλην τήν περίοδο 1967 - 1973 τήρησε μία ἐθνικά ἀνυποχώρητη πολιτική ἀπέναντι στό λεγόμενο “μακεδονικό” καί τά Σκόπια. Κράτησε μία στάσι ἀπόλυτα ἐθνική, σταθερή καί δυναμική:
- Κατήργησε τήν ἐθνικά ἐπικίνδυνη συμφωνία μεθοριακῆς ἐπικοινωνίας καί ἐξάλειψε τήν ἐχθρική προπαγάνδα στήν περιοχή τῆς Μακεδονίας.
- Ἀρνήθηκε τήν ὕπαρξι “μακεδονικοῦ” ζητήματος καί ἀπέκρουσε δυναμικά ὁποιαδήποτε “μακεδονική” μειονότητα ἤ γλῶσσα
- Διεκήρυξε καί ἀνέδειξε τήν καθολική ἑλληνικότητα τῆς Μακεδονίας
- Κατήγγειλε τούς “σλαυομακεδόνες” τῶν Σκοπίων ὡς «τεχνητό ἔθνος»
- Ἔλαβε πρωτοφανῆ μέχρι τότε μέτρα γιά τήν ἀνάπτυξι, τήν τόνωσι τοῦ ἐθνικοῦ φρονήματος, τήν παιδεία καί τήν διαφύλαξι τῆς ἐλληνικότητος τῆς Μακεδονίας σέ κάθε τομέα.
- Θωράκισε ἀμυντικά τήν μεθόριο μέ ὀχυρώσεις γιά τήν ἀντιμετώπισι ὁποιασδήποτε ἐπιβουλῆς.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Ἀπό τό 1924 τό ΚΚΕ ἀγωνιζόταν γιά τήν δημιουργία “Μακεδονικοῦ” ζητήματος στήν Ἑλλάδα. Ἀκολουθώντας τίς ὁδηγίες τοῦ 5ου Συνεδρίου τῆς Γ΄ Διεθνούς, τό ΚΚΕ στό 3ο ἔκτακτο Συνέδριό του διεκήρυξε: «Ἀνεξαρτησία στή Μακεδονία καί στή Θράκη. Ἄν δέν συντρίψουμε τόν ἐθνικό ζυγό τῆς ντόπιας μπουρζουαζίας πού βαρύνει πάνω σ'ἐμᾶς, δέν μποροῦμε ἀλλοιώτικα νά γλυτώσουμε ἀπό τούς κατακτητικούς καί ἰμπεριαλιστικούς πολέμους... Νά γιατί ἀγωνιζόμαστε γιά τήν ἕνωση τῶν τριῶν τμημάτων τῆς Μακεδονίας καί Θράκης καί γιά μιά ἑνιαία καί ἀνεξάρτητη κρατική τους ὕπαρξη. Ζήτω τό εἰρηνικό προλεταριάτο. Ζήτω ἡ ἀνεξάρτητη Μακεδονία καί Θράκη»! («Ριζοσπάστης» 14 - 12 - 1924). 14 - 12 - 1924).
[2] Ἡ Γιουγκοσλαυΐα μέχρι τό 1948, (καί ἡ Ἀλβανία καί Βουλγαρία μέχρι τέλους) ὑπεκίνησαν, ἐκπαίδευαν καί ἐνίσχυαν συνεχῶς τόν Δ.Σ.Ε. κατά τήν περίοδο 1946 - 1949. Στίς τάξεις τοῦ ἐνετάχθη καί “Σλαυομακεδονική Ταξιαρχία - NOF”. Στίς χῶρες αὐτές ὑπῆρχαν τά στρατόπεδα ἐκπαιδεύσεως καί τά ὁρμητήριά του. Ἐνῶ τό ΚΚΕ στήν 5η Ὁλομέλειά του (30 - 1 - 1949), ὡς ἀντάλλαγμα, ἐπεκύρωνε τήν συμφωνία γιά δημιουργία “Αὐτονόμου Μακεδονικοῦ Κράτους” στό πλαίσιο μιᾶς «Βαλκανικῆς Κομμουνιστικῆς Ὁμοσπονδίας»!
[3] ΙΑΥΕ, ΑΥ 424/1967-1968.
[4] ΙΑΥΕ, ΑΥ 40/1968, φάκελος 6ος.
[5] ΙΑΥΕ, ΑΥ 40/1968, φάκελος 6ος.
[6] ΙΑΥΕ, ΑΥ 40/1968, φάκελος 7ος
[7] ΙΑΥΕ, ΑΥ 40/1968, φάκελος 7ος & 1/1969 φάκελος 1ος.
[8] ΙΑΥΕ, ΑΥ 46/1969.
[9] ΙΑΥΕ, ΑΥ 40/1970, φάκελος 2ος.
[10] ΙΑΥΕ, ΑΥ 40-75/1970.
[11] ΙΑΥΕ, ΑΥ 40/1971, 4ος φάκελος.
[12] «Περίληψις Πρακτικῶν Συνομιλιῶν Tepavac - Παλαμᾶ» ἀπόρρητο 9-9-1971 πρός Πρωθυπουργό (IAYE, AY 40α/1971).
[13] ΙΑΥΕ, ΑΥ 420-37/1971.
[14] Κέντρον Ἀλλοδαπῶν Θεσσαλονίκης πρός ΓΔΕΑ, 24/8/1971 (ΙΑΥΕ, ΑΥ433-6/1971).
[15] IAYE, AY 46-12/1970-1971.
[16] IAYE, AY 40α/1971.
[17] IAYE, AY 40/1971, φάκελος 4ος.
[18] IAYE, Φ.0441/1973.
[19] ΦΕΚ Α 106/1972 ὅπου τό Πρακτικό τῆς Συνόδου.
[20] IAYE, Φ.1193-7/1973.
[21] «Ἀξιωματικός καί Ἐπαναστάτης», σελ. 196.
[22] Μέχρι τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1972 ἡ λῆψις τῶν τηλεοπτικῶν σταθμῶν τῆς Ἑλλάδος ἔφτανε καθαρά σέ Στρώμνιτσα καί Γευγελή καί μέτρια μέχρι τό Μοναστήρι (Σημείωμα Α’ Πολιτικῆς Διευθύνσεως Ὑπ. Ἐξωτερικῶν, 14/4/1972, ΙΑΥΕ Φ. 2221, 42/1972/34).
[23] Ἔκθεσίς του στό βιβλίου τοῦ Στ. Παττακοῦ «Ἡμέραι καί Ἔργα», σελ. 229.
[24] «Ἀξιωματικός καί Ἐπαναστάτης», σελ. 215.
[25] Τελικά ἀντ’ αὐτῶν ἡ “μεταπολίτευση” ἤγειρε στήν παραλία Θεσσαλονίκης τόν ἀνδριάντα τοῦ Κ. Καραμανλῆ…