ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΓΛΕΖΟΥ... Ένα άρθρο του Φοιτητή Βασιλείου Πορπόρη

του Βασιλείου Πορπόρη, Φοιτητή ΔΙ.ΠΑ.Ε.

Η είδηση του θανάτου του Μανώλη Γλέζου γέννησε στις συνειδήσεις αρκετών συμπολιτών μας αρκετά συναισθήματα, είτε θετικά είτε αρνητικά, παράμετρος η οποία εξαρτάται τόσο από τα τυχόν βιώματα που διαθέτουν όσοι τον γνώρισαν προσωπικά όσο και από τις διηγήσεις και την μετάγγιση παρελθοντικών εμπειριών που έκαστος τυχόν έλαβε από τους παλαιότερους.

Το παρόν άρθρο δεν γράφτηκε με σκοπό την τροφοδότηση των απόψεων που επικράτησαν επί του θέματος αυτού κατά τις τελευταίες μέρες ούτε επιχειρεί την διαιώνιση των οποιωνδήποτε ιδεολογικών παθών του παρελθόντος, μιας και κάτι τέτοιο θα ήταν παντελώς ανούσιο από την στιγμή που δεν θα προσέφερε το παραμικρό στην εθνική και πολιτική συνείδηση της πατρίδος και του λαού μας, παρά μονάχα θα περιορίζονταν στο επίπεδο των απλών κουτσομπολιών.

Κινητήριος μοχλός της συγγραφής του ωστόσο, αποτελεί το γεγονός που διάβασα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λίγες ώρες μετά τον θάνατό του, σύμφωνα με το οποίο παρουσιάζεται ότι “η χούντα των συνταγματαρχών δεν επέτρεψε το 1967 στον Γλέζο να παραστεί στην κηδεία της μητέρας του, όντας φυλακισμένος…”

Πράγματι, η κατηγορία αυτή ευσταθεί, χωρίς ωστόσο να σημαίνει ότι ο Γλέζος φυλακίστηκε εξαιτίας του στρατιωτικού καθεστώτος της 21ης Απριλίου, μιας και πολιτικά διωκόμενος βρίσκονταν ήδη από το 1948 έως και το 1971 όπου τελικώς αποφυλακίστηκε.

Ασφαλώς και δεν κατακρίνω τους δημοσιογράφους που αναπαρήγαγαν αυτό το γεγονός, ούτε είμαι της άποψης ότι η αλήθεια (απ’ όπου κι αν προέρχεται) πρέπει να αποκρύπτεται, όμως θεωρώ τις ενέργειες αυτές τελείως υποκριτικές, μιας και η δήθεν αλληλεγγύη και η ευαισθησία προς τον άνθρωπο προβάλλεται μόνον μονόπλευρα και μεροληπτικά.

Αναφέρομαι φυσικά στην αντιμετώπιση που δέχτηκαν εν συνεχεία οι πρωτεργάτες της 21ης Απριλίου 1967 μετά την καταδίκη και την φυλάκισή τους, με πρώτο το παράδειγμα του υπαρχηγού της κυβερνήσεως εκείνης, Στυλιανού Παττακού, ο οποίος επίσης όντας πολιτικός δεσμώτης δεν κατάφερε να παραστεί στην κηδεία της κρητικιάς μητέρας του, η οποία πέθανε σε ηλικία 108 ετών κατά την δεκαετία του ’80.

Παρόμοια παραδείγματα αποτελούν και οι περιπτώσεις των δύο έτερων πρωτεργατών της 21ης Απριλίου, Νικολάου Γκαντώνα (ο οποίος διετέλεσε γενικός γραμματέας του υπουργείου Βορείου Ελλάδος και στην συνέχεια υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων επί των κυβερνήσεων Παπαδοπούλου) και Στεφάνου Καραμπέρη (ο οποίος διετέλεσε διοικητής της Κ.Υ.Π. Βορείου Ελλάδος επί του καθεστώτος της 21ης Απριλίου 1967). Στον μεν πρώτο απαγορεύθηκε η άδεια εξόδου από την φυλακή με σκοπό να παρευρεθεί στην κηδεία του Μακεδονομάχου πατέρα του, ενώ στον δεύτερο δεν επετράπη παρομοίως η παρουσία του στην κηδεία της μητέρας του τον Ιανουάριο του 1981, αλλά ούτε και στης αδελφής του τον Σεπτέμβριο του 1988.

Πολλοί από τους αναγνώστες μας θα σπεύσουν να δικαιώσουν την στάση της μεταπολίτευσης, η οποία σύμφωνα με το αίσθημα της εκδίκησης και της χαιρεκακίας “πλήρωσε τους χουντικούς με το ίδιο νόμισμα”, όμως στην περίπτωση αυτή έκαστος σκεπτόμενος κατ’ αυτόν τον τρόπο θέτει σε σύγκριση την υποτιθέμενη μεταπολιτευτική δημοκρατία με ένα καθεστώς κάποιας μορφής δικτατορίας.

Στην περίπτωση αυτή η δημοκρατία εξισώνεται απόλυτα με την οιασδήποτε μορφής δικτατορία, μιας και όπως θέλουν να διατρανώνουν οι υποστηρικτές των δημοκρατικών καθεστώτων, το πολίτευμα αυτό δεν έχει αδιέξοδα, δεν εκδικείται και συγχωρεί, γεγονός που το κάνει να ξεχωρίζει και να υπερτερεί από τις δικτατορίες. Μάλλον όμως όλα αυτά τα όμορφα και ρομαντικά επιχειρήματα παραμένουν σε θεωρητικό και ανεφάρμοστο πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο.  

Και φθάνουμε σιγά-σιγά στον Νοέμβριο του 2012, όταν ο μονάκριβος γιος του 93χρονου πρωτεργάτη της 21ης Απριλίου και επί 38 έτη πολιτικού κρατουμένου Νικολάου Ντερτιλή, αφήνει την τελευταία του πνοή σε ηλικία 63ων ετών.

Ήταν τότε, που το κράτος της δημοκρατίας και του δικαίου ζήτησε από τον Στρατηγό Ντερτιλή να υπογράψει την κατάθεση αδείας για έξοδό του από την φυλακή με σκοπό να παραστεί στην κηδεία του παιδιού του, Βασιλείου. Εκείνος αρνήθηκε την έξοδό του με ειδική χάρη, μιας και όπως δήλωσε προς τους τότε κυβερνώντες: «Είναι αδιανόητο, εγώ ο Ντερτιλής που ηγήθηκα μιας χούφτας ανδρών στην Κύπρο και πέταξα τους Τούρκους στην θάλασσα, να ζητήσω χάρη από εσάς που υποστείλατε την ελληνική σημαία από τα Ίμια…»

Μετά από λίγους μήνες και συγκεκριμένα την 28η Ιανουαρίου 2013, ο Στρατηγός Ντερτιλής έφυγε από την επίγειο ζωή τσακισμένος κυριολεκτικώς και μεταφορικώς μετά την απώλεια του αγαπημένου του γιου, τον οποίο δεν είχε καν το τραγικό προνόμιο να αποχαιρετήσει. 

Υπάρχουν σίγουρα κι άλλες παρόμοιες ιστορίες σαν και αυτές που αναφέραμε, όμως ως γράφων του παρόντος άρθρου επέλεξα να παραμείνουμε στις πλέον εμφανείς.

Για τον Μανώλη Γλέζο δεν έχω να αναφέρω τίποτε, από την στιγμή που πλέον βρίσκεται στον δρόμο της ανώτερης δικαιοσύνης και η έκφραση της οποιασδήποτε προσωπικής μου άποψης θα δημιουργούσε μονάχα την θεία νέμεση, πιθανώς και την τίση. Τον ίδιο όπως και όλους μας θα κρίνει στους Ουρανούς ο ανώτερος κριτής των πάντων που είναι ο Θεός και επί της γης η ίδια η Ιστορία…