Μέρος Β': ΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

του Μιχάλη Γεωργιτσογιαννάκου, Μέλους του ΕΠΟΚ

Μέσα από την συνοπτική αναφορά που κάναμε για την ιδεολογία και για την αναγκαιότητα της, είδαμε ότι ο Γεώργιος Παπαδόπουλος  την θεωρούσε απαραίτητη για την ύπαρξη αρχών και λειτουργιών στις οποίες ο λαός θα πίστευε και θα θεωρούσε ως «τελέσφορα».

Ποιο ήταν όμως το ευρύτερο πλαίσιο θέσεων μέσα στο οποίο θα περικλείονταν οι επιμέρους έννοιες που τελικά θα το οικοδομούσαν; Την απάντηση μας την δίνει ο ίδιος μέσα από τα γραπτά του.

Παράδοση και Πρόοδος

 Την απάντηση μας την δίνει ο ίδιος μέσα από τα γραπτά του: «Πρέπει λοιπόν να διαμορφώσωμεν ένα καθεστώς στο οποίον θα ζήσει ο Ελληνικός λαός ελεύθερος».

Βλέπουμε λοιπόν έναν πολιτικό με σαφή θέση υπέρ της ελευθερίας του λαού του, και μάλιστα, όπως θα δούμε παρακάτω, υπέρ της πραγματικής ελευθερίας και όχι της ελευθεριότητας που κυριαρχεί στις μέρες μας

Δύο οδοδείκτες τοποθετεί ο Γεώργιος Παπαδόπουλος στην υλοποίηση του οράματος του ελεύθερου καθεστώτος: Tης συντήρησης και της προόδου.

Έγραφε: «δεν υπάρχει αμιγές καθεστώς προοδευτικόν ή συντηρητικόν» Δίνοντας δε, στο καθένα ξεχωριστά  αλλά και στα δύο μαζί την αρμόζουσα αξία τους τόνιζε:

«Συντηρητισμόν τον οποίον μας έσωσε ως λαόν και μας διεφύλαξε κατά τας κρίσιμας φάσεις της διαδρομής της ιστορίας μας ως Έθνους, αλλά συντηρητισμόν τον οποίον πρέπει να τον αλλάξουμεν δια να μην καθήστατε αδράνεια αλλά, σόφρων έλεγχος της προς τα εμπρός προόδου.»

Πόσο εμφανής η επιρροή του Ίωνος Δραγούμη στα παραπάνω: «Τη λυγερή ισορροπία μεταξύ παράδοση και δημιουργία, συντηρητικότητα και προοδευτικότητα πρέπει να την βρεί το Έθνος και τότε θα ζήσει στα γεμάτα ζωή πλούσια και ακέραια.», γιατί για κάθε άτομο και για κάθε Έθνος, συνέχιζε ο Δραγούμης: «και τα προηγούμενα δικά του είναι και τα μελλούμενα που και αυτά δικά του θα είναι». Και για τους δύο λοιπόν «συντηρητικό στοιχείο είναι η παράδοση και προοδευτικό η δημιουργία» (Ι. Δραγούμης)

Χρειάζεται λοιπόν, ένας μετρημένος συνδυασμός μεταξύ προόδου και παράδοσης, του εμπρός με το παρελθόν. Το καθένα από μόνο του μπορεί να καταστρέψει ή ακόμα και ν’ αφανίσει ένα Έθνος.

Ο Ίων Δραγούμης

Αλήθεια, υπάρχουν σήμερα πολιτικοί στην Ελλάδα με τέτοια ισορροπημένη προσέγγιση? Δεκαετίες τώρα επαναλαμβάνουν και επαναλαμβάνονται οι ίδιοι με μία και μόνη επωδό αυτή της «προόδου» ή εναλλακτικά του «καινούργιου» λες και το χρονικά νεώτερο είναι απαραίτητα συνώνυμο του ποιοτικά ανώτερου. Το ημιτελές αυτής τους της προσέγγισης οδηγεί τους ιδίους σε αυτοαναίρεση με τον εξής τρόπο: Αυτό το οποίο την δεδομένη χρονική στιγμή αποτελεί παρόν ή μέλλον, την επόμενη ή την μεθεπόμενη χρονική στιγμή αποτελεί ήδη παρελθόν. Συνεπώς και αυτό το οποίο επινοήθηκε κάποτε πρέπει ν’ αποσυρθεί τώρα, παρότι για την παρελθούσα χρονική στιγμή αποτελούσε μέλλον και πρόοδο.

Δεν πρέπει να λησμονούμε, ότι ο άνθρωπος είναι από την φύση του παραδοσιακός, διότι δέχεται και παραδίδει πολιτισμό από γενιά σε γενιά, αντίθετα με τα ζώα που δεν είναι άλλο από την φύση τους και το ένστικτό τους. Άρα λοιπόν ο μη παραδοσιακός άνθρωπος μοιραία ταυτίζει τον εαυτό του με το άκριτο ζώο.

Δεν  περιφρονούμε την προοδευτικότητα ούτε εμμένουμε στην συντηρητικότητα, δεν είμαστε ούτε οπισθοδρομικοί ούτε ριζοσπάστες, είμαστε παραδοσιακοί και επαναστάτες. Έχοντας και τα δύο σκοπεύουμε να πορευθούμε τόσο στις λαμπερές, πολύβοες λεωφόρους, όσο και στα κακοτράχαλα βουνά.

 Διαλεκτική, Πνευματοκρατία, Υλισμός και πολιτική

 Έλεγε ο Γεώργιος Παπαδόπουλος:

«Ο παράγων άνθρωπος υπό την έννοια αυτού ως τρισυπόστατου, έχει εμφανές δεδομένον την οντότητά του ως Σώμα. Έχει επίσης εμφανές δεδομένον την οντότητά του ως Πνεύμα. Αλλ’ έχει πέραν αυτών, αστάθμητον το δεδομένον της Ψυχής, εντός της οποίας εκφράζεται το σύνολον του πλέγματος της τρισυποστάτου προσωπικότητας του».

Πότε πραγματικά ακούστηκαν ή κυρίως γράφτηκαν τέτοιες προσεγγίσεις από μεταγενέστερους ηγέτες; Εξαίρεση αποτελούν ελάχιστες περιπτώσεις σεμνών πολιτικών προσώπων, αλλά μεγάλων πνευματικών προσωπικοτήτων όπως ο Παν. Κανελλόπουλος, ο Κων. Τσάτσος, ή ο Μιχ. Στασινόπουλος. Πέραν αυτών ουδείς.

Θα πεί κάποιος: «μα αυτά είναι δυσνόητα, ο λαός δεν θα τα καταλάβει». Γιατί, ο λαός τότε αποτελείτο από πνευματικές διάνοιες; Οι ίδιοι Έλληνες τότε, οι ίδιοι Έλληνες τώρα. Εις επίρρωσιν αυτού, ολόιδιο θέμα είχε γεννηθεί στην Αθήνα λίγες μόνον χιλιάδες χρόνια πρίν -γιατί εμείς οι Έλληνες συνηθίζουμε να μετράμε την ιστορία μας σε χιλιάδες χρόνια και να θεωρούμε ότι ήταν μόλις χθές- τότε λοιπόν, ένας εκ των μεγαλυτέρων τραγωδών μας, ο Ευριπίδης κατέκρινε τον άλλο μεγάλο, τον Αισχύλο, για τις ογκώδεις λέξεις και τις υπερβατικές εκφράσεις του, για να λάβει όμως την απάντηση «όταν μιλάς για τα μεγάλα και υψηλόφρονα οφείλεις να γεννάς λόγια μεγάλα και υψηλόφρονα» (σε ελεύθερη μετάφραση του Χ. Γούδη).

Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που σήμερα δεν διαβάζουμε τέτοια «δυσνόητα» κείμενα από τους πολιτικούς μας, γιατί κανένας δεν μιλάει για τα μεγάλα, και τα υψηλόφρονα. Περιορίζονται σε λόγια απλοικά, χωρίς πολλά-πολλά, ή ακόμα καλύτερα, σε tweets, γραμμένα αρκετές φορές σε greeklish. Δεν πρέπει πια να έχουμε τέτοιες σκέψεις, ούτε καν ανησυχίες για την κοινωνία, την πολιτική και κυρίως την ύπαρξή μας.

Αν όμως μπούμε σε τέτοιες λεωφόρους εσωτερικών διερευνήσεων, απαραίτητες στον καθέναν μας, τότε θα πρέπει να βγούμε απ’ τα μονοπάτια των προκαθορισμένων πράξεων στα οποία περπατούμε, θα πρέπει να γίνομε ξανά σκεπτόμενοι άνθρωποι και όχι προκατασκευασμένοι υπήκοοι. Τότε θ’ ανατρέξουμε, φυσιολογικά, στην εύρεση των πηγών αυτών των ιδεών. Και θα πέσουμε, θέλοντας και μη, επάνω στους προγόνους μας, στην φιλοσοφία τους, ουσιαστικά δηλαδή πάλι στους εαυτούς μας. Στην  προκείμενη περίπτωση πέφτουμε στον Πλάτωνα και στην «Πολιτεία» του. Μελετώντας την θα συνειδητοποιήσουμε ότι είναι η ώρα να δραπετεύσουμε τάχιστα από το «σπήλαιο» μέσα στο οποίο ζούμε. Αυτά όμως είναι πράγματα που δεν είναι «ορθά» και που απαγορεύεται να επισυμβούν στον 21ο αιώνα μας…

Εφ’ όσων λοιπόν σκοντάψαμε επάνω στον Πλάτωνα -δεν μπορούσε να γίνει κι αλλιώς σε τέτοιου είδους ζητήματα- θα διαπιστώσουμε ότι αυτό έγραφε ο Ιμαλάιος φιλόσοφός μας. Διαχώριζε το τρισυπόστατο της ανθρώπινης ψυχής σε Λογιστικόν, Θυμοειδές και Επιθυμητικόν ,δηλαδή κατ’ αντιστοιχίαν σε Λογική (Πνεύμα), Συναίσθημα (ψυχή),Επιθυμία (συνήθεια). Μας οδηγεί με αξεπέραστο τρόπο να αντιληφθούμε ότι ο σκοπός του συναισθήματος είναι να συμμαχεί και να υπακούει τελικά στον νου και τα δύο αυτά ανώτερα μέρη να επιβάλλονται στο επιθυμητικό μας, που καταλαμβάνει και το μεγαλύτερο της ψυχής μας. Το επιθυμητικόν είναι αυτό που μας οδηγεί με σφοδρότητα σ’ όλες τις υλικές απολαύσεις «μα και στην φιλαργυρία αφού με τα χρήματα ικανοποιούνται αυτές» (Πολιτεία).

Ο Πλάτων

Εάν όμως γίνει αντιληπτό σήμερα ότι το πνεύμα και η ψυχή παράγουν μία ηθική ποιότητα που υπερβαίνει την υλική πραγματικότητα τότε, οι υλιστικές τους θεωρήσεις θ’ αρχίσουν να ξηλώνονται. Θα ξηλωθούν γιατί θ’ αποκατασταθεί στην συνείδησή μας το επίσης τρισυπόστατο, του υψηλοτέρου ιδεώδους του ανθρώπου, της ελευθερίας. Η ελευθερία δεν είναι μόνο σωματική αλλά και συναισθηματική και κυρίως πνευματική. Για μας τους Έλληνες δε, η ελευθερία του πνεύματος αποτελεί μέρος της παράδοσής μας, Δεν μας ενσφηνώθηκε βιαίως στον εγκέφαλο, ούτε υποστήκαμε κάποια λοβοτομή ενώ βρισκόμασταν σε νάρκωση. Αντιθέτως είναι κυτταρική, και μεταφερόμενη γονιδιακά από γενεά σε γενεά εδώ και χιλιετηρίδες.

Οι τύραννοι όμως της πνευματικής και πολλές φορές και σωματικής ελευθερίας του ανθρώπου, τον κάνουν να βλέπει πολύ κοντά, εκεί που είναι τα υλικά αγαθά, ώστε να του αφαιρέσουν την μακρινή όραση εκεί όπου βρισκονται η τιμή, η αξιοπρέπεια, και η ελεύθερη βούληση για δημιουργία.

Εδώ ερχόταν πάλι ο ίδιος «τύραννος» ο Γ. Παπαδόπουλος και έγραφε: « Δια του πνεύματος σήμερον ο άνθρωπος θα εύρη ότι πρέπει για να κατευθύνει την δραστηριότητα και του σώματος, αλλά και τις απαιτήσεις της ψυχής του». Kαι συμπλήρωνε «Η ζωή δεν είναι μόνο ύλη. Η ζωή είναι προ πάντων πνεύμα. Και αν το πνεύμα μωρανθεί, τότε θα μωρανθεί και η ζωή»

Εάν λοιπόν υπάρχουν και σήμερα τέτοιοι τύραννοι, που θεωρούν ότι η νόησις είναι το κινούν αίτιον για τις πράξεις του ανθρώπου, και την εν γένει στάση ζωής του, τότε πρέπει να πάμε να τους βρούμε εμείς, και να τους παρακαλέσουμε να έλθουν να μας κυβερνήσουν αυτοί.

Δεν υπάρχει πρόθεση εδώ  να υπερτιμηθεί, ή να υποτιμηθεί το κυβερνητικό έργο του Γεωργίου Παπαδοπούλου, υπάρχουν άλλωστε άλλοι, εξαίρετοι γνώστες του θέματος για να το κάνουν. Είναι ζητούμενο όμως να ριφθούν μερικές εξεταστικές ματιές στις ιδεολογικές του τοποθετήσεις και κυρίως η αξία τους για τον πολίτη και την πολιτική σήμερα.

Η Διαλεκτική

Δεν μπορεί λόγου χάριν, να μην δημιουργούνται ερωτήματα πως ένας πολιτικός που κατηγορείται για ολοκληρωτισμό, πίστευε ότι «Οι εντός των ολοκληρωτικών καθεστώτων βιούντες, δεν έχουν την ευκαιρίαν να σκέπτονται, δεν έχουν την δυνατότητα να διατυπώνουν αντιθέσεις εις τας θέσεις και την δυνατότηταν να επιδιώκουν εκ των θέσεων και των αντιθέσεων την σύνθεσιν που αποκαλούμε αρμονικόν σύνολον».

Επιθυμούσε δηλαδή ο Παπαδόπουλος, να διαμορφωθούν οι συνθήκες εκείνες, ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να συνθέτει μέσα από τις θέσεις και τις αντιθέσεις. Θέλει με άλλα λόγια έναν πολίτη διαλεκτικό. Ε λοιπόν, δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα από το να κυβερνηθεί ένας τέτοιος λαός. Αυτοί οι οποίοι ακολουθούν την Κομμουνιστική ιδεολογία από την μία, ή αυτοί που εμφορούνται από την Εθνική, από την άλλη, επειδή έχουν ισχυρό διαλεκτικό υπόβαθρο και ίσως υπόβαθρο εριστικής διαλεκτικής, μπορούν εύκολα να το αντιληφθούν αυτό.

Ο Γ. Παπαδόπουλος έχοντας εμφανώς ιστορική γνώση περί του πράγματος για το οποίον ομίλει, έγραφε για: «…την Ελληνική πατρότητα του όρου διαλεκτική από του αρχαίου Ζήνωνος εώς του Πλάτωνος και του Αριστοτέλους».

Επικροτούσε την διαμόρφωση μίας διαλεκτικής (δια-λέγειν) συνείδησης, από τον σύγχρονο Έλληνα, απόγονο εκείνων των Ελλήνων, ώστε να οδηγηθεί μέσω της διαλεκτικής στην απόκτηση της γνώσης, της αληθείας των επιχειρημάτων του και κατ' ακολουθία, των πράξεών του. Επιθυμούσε, όσο αυτό ήταν δυνατόν από τον καθένα, ν’ ανατρέξει στον Ζήνωνα τον Ελεάτη και να δεί την στήριξη που αυτός προσέφερε (κάνοντας χρήση της διαλεκτικής) στην αντινομία του Παρμενίδου. Να μάθει από τον Πλάτωνα πως μέσα από μία σειρά θέσεων (και εδώ διαλεκτικός συλλογισμός) φθάνει κάποιος στην διανοητική άνοδο της θεωρίας των Ιδεών. Να εξετάσει τέλος αν του ταιριάζει η Αριστοτελική προσέγγιση, ο οποίος δείχνει «θεωρητικώς» να  έχει περιορισμένο ενδιαφέρoν για την διαλεκτική, χωρίς βεβαίως να την απορρίπτει.

Ζήνων ο Ελεάτης

Αν αυτή του η άποψη, περί  θέσεως - αντιθέσεως - συνθέσεως συζευχθεί με την πρότερη γνώμη του περί πνεύματος και νοήσεως τότε μιλάμε σίγουρα περί ενός Ιδεαλιστού και όχι περί ενός Υλιστού πολιτικού.

Πνευματοκρατία - Υλισμός & Πολιτική

Πράγματι πόση ανάγκη υπάρχει σήμερα από τέτοιους ηγέτες που να έχουν σαν θεωρητική αφετηρία των πολιτικών τους ενεργειών ότι, «η πορεία της νοήσεως είναι η κινητήρια δύναμις της πράξεως» (Hegel) και όχι ότι «ιδεώδες είναι η υλική πραγματικότητα, μετατοπισμένη και μεταφερόμενη στον ανθρώπινο εγκέφαλο» (Marx).

Φυσικά η εκ διαμέτρου αντίθεση στο περιεχόμενο της διαλεκτικής τους (όπως μας υποδεικνύει και ο Marx) δεν αποτελεί αντικείμενο συζήτησης, αλλά επιβάλλεται να μας δημιουργηθούν τα απαραίτητα ερωτήματα για το σε ποια εκ των βιοθεωρητικών ιδεολογιών αισθανόμαστε ότι ανήκουμε: Aυτήν του πνευματικού ή αυτήν του υλικού μονισμού;

Είναι θεμελιώδης αρχή της ιδεολογικής μας ταυτότητας και απαραίτητη προυπόθεση για τον πολιτικό αγώνα, να συνειδητοποιήσουμε ότι η διάνοια εφευρίσκει. Αυτή καθοδηγεί τα πάντα, συμπεριλαμβανομένων της τεχνολογίας, της οικονομίας, της τεχνικής και οτιδήποτε άλλου. Η αντίθετη άποψη ότι η ανάγκη της ζωής εφευρίσκει, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία πλάνη. Είναι η θεμελιώδης και κοινή αφετηρία, τόσο του φιλελευθερισμού όσο και του κομμουνισμού, εκφραστών και των δύο του υλικού μονισμού. Για τους υποστηρικτές του πνευματικού μονισμού, εκεί δηλαδή που ο κάθε άνθρωπος θα έπρεπε ν’ ανήκει ως εξόχως πνευματικό ον, η σχέση του πνεύματος με όλα τα προαναφερθέντα (τεχνολογία, οικονομία, τεχνική κ.τ.λ.) είναι βαθύτατα διαλεκτική, άρρηκτα συναρτώμενη και όχι εξαρτημένη, όπως ο υλικός μονισμός υποστηρίζει.

Τελειώνοντας, θα ήταν υπερφίαλο να θεωρηθεί ότι ο Γ. Παπαδόπουλος ήταν κάποιος κολοσσιαίος στοχαστής ή ότι θα απαιτούσε από εμάς να πλησιάσουμε έστω τα προαναφερθέντα ανυπέρβλητα ονόματα της ανθρώπινης διανόησης. Θα ήθελε όμως να τους γνωρίσουμε και να μπούμε, έστω για λίγο, σε μια διαδικασία διερεύνησης. Θα ήθελε αυτό που εννοούσε, όταν ο ίδιος έλεγε: "Φιλισοφείτε! Φιλοσοφείτε ως Έλληνες! Φιλοσοφείτε ως Έλληνες δια λογαριασμόν των ανθρώπων!". Το αποτέλεσμα αναμφίβολα θα μας ωφελούσε. Θα μας έφερνε στην πλεονεκτική θέση ν’ ανακαλύψουμε από ποιους θέλουμε να κυβερνόμεθα και κυρίως πως θέλουμε να κυβερνόμεθα....                

(Συνεχίζεται...)