21η ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1967 & "ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ" (ΜΕΡΟΣ Α')

του Αντιστρατήγου ε.α. Χρήστου Μπολώση, Β' Αντιπροέδρου Δ.Σ. του ΕΠΟΚ

Συνέλληνες Χριστός Ανέστη. Είθε ο Αναστάς Χριστός να (ξανα)βάλει το χέρι του και να σώσει την Ελλάδα μας, από τους κορονοϊούς και τους… συμπολίτες του κ. Χαρδαλιά. Σήμερα, ίσως δυσαρεστήσω μερικούς ή και πολλούς. Εκείνη όμως που δεν θέλω να δυσαρεστηθεί, είναι σίγουρα η ιστορία. Την περασμένη Τρίτη, συμπληρώθηκαν 53 χρόνια από την 21η Απριλίου 1967. Οι πολλοί την είπαν Επανάσταση. Αργότερα, μετά το 1974, ανακάλυψαν ότι ήταν πραξικόπημα.

Ακόμα και διατελέσαντες υπουργοί την εποχή εκείνη, είπαν ότι δεν καταλάβαμε τι γινόταν τότε. Το κακό είναι αυτοί δεν μπήκαν καν στο κόπο να μας εξηγήσουν τι είχαν καταλάβει ότι γινόταν. Άλλοι, πιό καραγκιόζηδες, είπαν ότι δέχθηκαν να συνεργαστούν με το καθεστώς, αφού όμως πρώτα πήραν την άδεια από τον Καραμανλή ή από τον Γ. Παπανδρέου ή και την Μάγια Μελάγια.

Το ίδιο είχαν ισχυρισθεί και βασικοί πυλώνες του καθεστώτος του Χίτλερ, όταν δήλωναν ότι δεν γνώριζαν τίποτα για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως.

Άλλοι δικοί μας (μετά όμως και με την σιγουράντζα της μεταπολιτεύσεως…) την είπαν πραξικόπημα. Κάποιοι άλλοι είπαν ότι «Επανάσταση που επιτυγχάνει δημιουργεί δίκαιο». Κάποιοι άλλοι σκέφτηκαν πιό πρακτικά. Όταν ήρθαν, όπως ήρθαν, στα πράγματα τραβάνε «ένα νόμο, ένα άρθρο» που έλεγε ότι «μάγκες γκουβέρνο είμαστε και ό, τι έγινε τότες, εμείς τώρα το θεωρούμε παράνομο, γιατί έτσι μας γουστάρει και ποσώς μας ενδιαφέρει αν δεν υπάρχει νόμος με αναδρομική ισχύ» και μας προέκυψε ναααααα μια αναδρομική ισχύ, με το συμπάθιο. Τότε ήταν που η Θέμις, η οποία κατά τους αρχαίους ημών προγόνους  αποτελούσε την ανθρωπόμορφη προσωποποίηση της φυσικής και της ηθικής τάξης, πήρε τα βουνά.

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής σε επιστολή του προς τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αμερικής Ιάκωβο στις 29 Σεπτεμβρίου 1967, την απεκάλεσε 6 φορές «Επανάσταση».

Δεν βαριέστε! Τι ήξερε αυτός…

Στο σημερινό, αλλά και στα δύο επόμενα, σημειώματα, δεν πρόκειται να ασχοληθώ με το έργο  της 21ης Απριλίου. Δεν θα πω για την ασφάλεια που είχαμε, ούτε για τα όσκαρ στην οικονομία. Βέβαια υστερούσαμε λίγο στον πολιτισμό, αφού τότε δεν είχαμε Μπαγκλαντεσιανούς ή Σομαλούς ή Υποσαχάριους για να μας εκπολιτίσουν, αλλά όλο και τα κουτσοκαταφέρναμε.  Όποιος όμως ενδιαφέρεται, μπορεί να διαβάσει τα βιβλία του κ. Μάνου Χατζηδάκη, μερικά από τα οποία έχει προσφέρει και η «δημοκρατία». Επίσης το τρίτομο ογκώδες έργο του Νικολάου Μακαρέζου, που αναφέρεται στο οικονομικό θαύμα της εποχής, αλλά και άλλα βιβλία, που έχουν γράψει άνθρωποι που έζησαν οι ίδιοι τα γεγονότα και δεν «τους είπαν» ή «άκουσαν» ή «έμαθαν».

Ακόμα, σκοπός του σημερινού σημειώματος, δεν είναι η εξιστόρηση των τότε γεγονότων και των αιτίων που προκάλεσαν την επέμβαση του Στρατού. Εντελώς αδικαιολόγητη θα πουν μερικοί. Θα συμφωνήσω υπό την αίρεση όμως, ότι σε υγιή κοινοβουλευτικά καθεστώτα, είναι αδύνατο να επιβληθεί δικτατορία, διότι η δημοκρατία έχει ασφαλιστικές δικλείδες, που δύσκολα παραβιάζονται.

Είχαμε όμως τότε υγιή κοινοβουλευτισμό;

Εγώ δεν θα πω κάτι επ’ αυτού. Ευτυχώς σήμερα, υπάρχουν ηλεκτρονικά αρχεία εφημερίδων της εποχής εκείνης, στα οποία μπορεί να ανατρέξει ο ενδιαφερόμενος, για να μάθει την αλήθεια από πρώτο χέρι.

Εδώ λοιπόν θα ασχοληθούμε με την αντίσταση εκείνης της εποχής, η οποία ήταν τόσο καταλυτική και προβλημάτισε τη «χούντα» ώστε έφυγε, όπως έφυγε, διότι κι’ αυτό είναι μια μεγάλη ιστορία, μετά από… 7 χρόνια.

Ο έγκριτος δημοσιογράφος κ. Μανώλης Κοττάκης έγραψε στην «δημοκρατία» της 23 Απριλίου: «…Το πρώτο πράγμα που πρέπει να έχουμε στο νου μας, είναι πως το πρόβλημα δεν είναι η δικτατορία – ή μόνον η δικτατορία. Το πρόβλημα είναι η δημοκρατία. Ήταν, ακριβέστερα. Η δημοκρατία διεφθάρη, η δημοκρατία εκοιμήθη, η δημοκρατία συνελήφθη υπνώττουσα. Εάν δεν είχε διαφθαρεί και δεν είχε κοιμηθεί όρθια, καμία κερκόπορτα δεν θα είχε ανοίξει για καμία δικτατορία. Και αν δεν ήταν τόσο διεφθαρμένη η δημοκρατία τότε, χωρίς εφεδρείες, αμφιβάλλω αν οι στρατιωτικοί θα είχαν αποτολμήσει να ασκήσουν εξουσία στην Ελλάδα. Θα είχαν πράξει ό,τι και ο στρατιωτικό σύνδεσμός Νικόλαος Ζορμπάς το 1909: Θα είχαν φέρει κάποιον Βενιζέλο στην εξουσία…»

Δημοκρατικιά εφημερίδα λοιπόν, έγραφε μόλις την περασμένη Κυριακή: «ΞΥΛΟ ΜΕΤΑ… ΡΟΚ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ», αναφερομένη στην συναυλία των Ρόλινγκ Στόουνς στις 17 Απριλίου του 1967. Ως εδώ όλα καλά, αν δεν υπήρχε ο υπέρτιτλος που έγραφε: «ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΑΞΙΚΟΠΟΗΜΑ». Νάτη η αντίσταση, που σεις οι αγαθοί δεν την καταλαβαίνετε. Μπορεί κάποιος να το εξηγήσει αυτό; Δηλαδή, φταίει η 21η Απριλίου για τα επεισόδια που έγιναν 4 μέρες πριν εκδηλωθεί και  επικρατήσει; Σε λίγο θα λέμε: «Πήρε ο ΠΑΟΚ το πρωτάθλημα 52 χρόνια μετά το πραξικόπημα» ή «Ο Ελ. Βενιζέλος – Θεός σχωρέστον – πέθανε 31 χρόνια πριν το πραξικόπημα». Είπαμε μόνο νόμος αναδρομικής ισχύος, αλλά όχι αιωνία ισχύς  ανθρωπίνης ηλιθιότητος…

Όμως πέραν της πλάκας υπήρξαν πράγματι πολλές πράξεις ηρωικής αντιστάσεως, που έκανα να ωχριούν τα κατορθώματα του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη  και του Τζίμη του Τίγρη.

Το ότι αυτά τα μάθαμε μετά το 1974, είναι απλώς θέμα ετεροχρονισμού.

Για διαβάστε αυτή τη νόστιμη ιστοριούλα, όπως την περιέγραψα στις «Ριπές» της «δημοκρατίας» στις 2 Απριλίου του 2018: «Προχθές την Παρασκευή έγινε η παρουσίαση της Αναμνηστική σειράς γραμματοσήμων για τα 50 χρόνια από της κατακτήσεως του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου από την ομάδα μπάσκετ της ΑΕΚ. Η Πρόεδρος του ΔΣ των ΕΛΤΑ, επιφανές στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, είπε: ‘’Παρά το ότι υπήρχε απαγόρευση από τη χούντα για συγκέντρωση πέραν των 5 ατόμων, 80.000 λαού γέμισαν το στάδιο’’. Κατανοώ την προσπάθεια της κ. Προέδρου να φανεί αρεστή στους διορίσαντες αυτήν, αλλά θα πρέπει να γνωρίζει ότι η ΑΕΚ (φυσικά με την άδεια της ‘’χούντας’’) ζήτησε από την Σλάβια να γίνει αντί στην Πράγα εδώ ο αγώνας, παραχωρώντας της μάλιστα και όλες τις εισπράξεις. Συνεπώς δεν μπορεί η χούντα να φοβόταν συγκέντρωση 5 ατόμων και να επέτρεπε λαοθάλασσα 80.000. Σύντροφοι είστε ανενημέρωτοι. Ή δεν καταλαβαίνετε τι σας λένε οι αρμόδιοί σας ή σας τα λένε λάθος. Δεν προσφέρονται όλα για πολιτική εκμετάλλευση. Ιδίως όταν είναι ψέματα».

Επίσης η «χούντα» ήταν άσπλαχνη, άκαρδη και απάνθρωπη. Όταν πέθανε ο Γεώργιος Παπανδρέου, η «χούντα» επέτρεψε να γίνει η κηδεία του την 3 Νοεμβρίου του 1968 χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις. Έτσι μπόρεσαν οι πάσης φύσεως δημοκράτες, να προβάλουν τη τελετή ως μία κορυφαία αντιστασιακή πράξη του λαού μας. Δεν ήταν ακριβώς έτσι, αλλά εν πάσει περιπτώσει, ας το πιστεύσωμεν που έλεγε και ο Χάρυ Κλιν.

Επειδή δεν βρήκα κάποια αντιπροσωπευτική αντιστασιακή φωτογραφία, να βάλω στην αρχή του κειμένου, προτίμησα την αντίσταση ενός ηλεκτρικού μπάρμπεκιου.  Μάλλον περισσότερη αντίσταση έκανε αυτή…

Από την άλλη η δημοκρατία δεν εκβιάζεται και δεν φοβάται. Για τον λόγο αυτό, όταν πέθανε η Βασίλισσα Φρειδερίκη θυμόμαστε  τι έγινε. Αν όχι εδώ είμαστε εμείς. Για να θυμίζουμε. Διαβάζουμε σχετικώς:

«Πέρα από την οδύνη για την απώλεια του αγαπημένου της προσώπου η οικογένεια της Βασίλισσας Φρειδερίκης είχε να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα σχετικά με τη πραγματοποίηση της κηδείας. Τελευταία επιθυμία της Βασίλισσας, ήταν να ταφεί στο κοιμητήριο του Τατοΐου δίπλα στον αγαπημένο σύζυγό της, Βασιλιά Παύλο.

Σεβόμενος την τελευταία επιθυμία της μητέρας του, ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος προσπάθησε να συνεννοηθεί με την Ελληνική Κυβέρνηση. Η πρόταση του Κωνσταντίνου ήταν να ψαλεί η νεκρώσιμος ακολουθία στο Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών και η ταφή να γίνει στο κοιμητήριο του Τατοΐου. Στην πραγματικότητα δεδομένου ότι το 1981 όλα τα μέλη της Βασιλικής Οικογένειας είχαν ελληνική υπηκοότητα και το Τατόι ήταν στην ιδιοκτησία τους, δεν χρειαζόταν ειδική άδεια για την ταφή. Εφόσον η Ελληνική κυβέρνηση δεν επιθυμούσε την πραγματοποίηση της κηδείας στην Ελλάδα, θα έπρεπε να βγάλει σχετικό νόμο απαγόρευσης της και κάτι τέτοιο θα διέσυρε την Ελλάδα διεθνώς.

Η κηδεία της Βασίλισσας Φρειδερίκης, αναδείχθηκε τις επόμενες ημέρες σε μείζον πολιτικό ζήτημα για την εποχή, αφού από την πρώτη στιγμή έγινε έντονη προσπάθεια να παρουσιαστεί ως πολιτικό γεγονός. Έτσι ξεκίνησε μία οξεία πολιτική διαμάχη, για τον αν θα έπρεπε ή όχι να επιτραπεί η ταφή της Βασίλισσας Φρειδερίκης στην Ελλάδα.

Αρχικά ο Πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης (παλαιός βασιλόφρων αλλά μετανοήσας μεταπολιτευτικώς…) συμφώνησε να γίνει ο ενταφιασμός στο Τατόι την Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου και να διαμείνουν οι Βασιλικές Οικογένειες της Ελλάδος και της Ισπανίας, σε ξενοδοχείο στην Βαρυπόμπη από το απόγευμα της προηγούμενης μέρας. Τελικώς αυτό δεν τηρήθηκε, μετά την υπαναχώρηση του πρωθυπουργού.

Στη συνέχεια ο Γεώργιος Ράλλης, συγκάλεσε την Κυβερνητική Επιτροπή και αποφασίστηκε τόσο η νεκρώσιμη ακολουθία όσο και η ταφή να πραγματοποιηθούν στο Τατόι την ίδια ημέρα, ενώ μετά την τέλεση της κηδείας ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος και η οικογένειά του, θα έπρεπε να αποχωρήσουν από την Ελλάδα. Ακόμα η κυβέρνηση θα είχε μόνο τυπική – θεσμική εκπροσώπηση.

Μετά την έκδοση της απόφασης και για αρκετές ημέρες, ακολούθησε πόλεμος δηλώσεων μεταξύ του πρωθυπουργού Γεώργιου Ράλλη και του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου.

Πέρα από αυτό και με πρόσχημα τον φόβο τέλεσης επεισοδίων, το Τατόι είχε αποκλειστεί από δυνάμεις της αστυνομίας ώστε να μην μπορέσει να παραστεί κόσμος στην κηδεία.

Τελικά η κηδεία τελέστηκε στις 12 Φεβρουαρίου στο Τατόι. Σ’ αυτήν παρευρέθηκαν μέλη Βασιλικών Οικογενειών της Ευρώπης, 200 περίπου προσκεκλημένοι καθώς και περίπου 6-7 χιλιάδες λαού που κατάφεραν να ξεπεράσουν τις δυσκολίες της αστυνομίας. Την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο μετέπειτα Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος.

Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος, μόλις αποβιβάστηκε από το αεροπλάνο, γονάτισε, προσκύνησε και φίλησε το χώμα των προγόνων του και ενώ πιεζόταν να κάνει δηλώσεις, αρχικά αρνήθηκε. Την παραμονή της κηδείας, το γραφείο του Βασιλέως Κωνσταντίνου έδωσε στη δημοσιότητα δήλωσή του, με την οποία εξέφραζε τη λύπη του για την πολιτικοποίηση της κηδείας, ενώ ο ίδιος ερχόταν στην Ελλάδα, για να εκτελέσει ένα οδυνηρό προσωπικό καθήκον και ότι οι περιορισμοί που επεβλήθησαν στην απλή τελετή κηδείας της μητέρας του, προσέδιδαν σ΄ αυτόν πικρία και οδύνη…»

Μίλησε κανείς για καραγκιοζιλίκια;

Συνεχίζεται...